Off Canvas sidebar is empty

Bela Tarr

{mosimage}Η New Star, σε συνεργασία με το ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, παρουσιάζει από την 25η ως την 31η Οκτωβρίου αφιέρωμα στον κορυφαίο σύγχρονο δημιουργό Bela Tarr, με προβολή του συνόλου του έργου του (8 ταινίες μεγάλου μήκους, 4 μικρού μήκους) και την επίσημη πρεμιέρα της τελευταίας του δημιουργίας «Ο άνθρωπος από το Λονδίνο», παρουσία του Ούγγρου κινηματογραφιστή.
Από το 1977 και την πρώτη του δημιουργία («Οικογενειακή Φωλιά», τότε που κατά δήλωση του ίδιου «Δεν χτυπήσαμε την πόρτα να μας ανοίξουν αλλά την ρίξαμε με μια κλωτσιά») ο Bela Tarr ακολουθεί έναν δρόμο που ο ίδιος άνοιξε, μια συνεχή πορεία εκ νέου ανακάλυψης του εαυτού του και του σινεμά, μια διαδρομή με αναπάντεχους όσο και γοητευτικούς σταθμούς. Δεν πρόκειται για μια άσκοπη περιπλάνηση αλλά για μια εξελικτική διαδικασία προς την διαμόρφωση μιας νέας κινηματογραφικής γλώσσας, έτσι ώστε το κινηματογραφικό προϊόν να αναχθεί σε αυθεντικό έργο τέχνης, αποκαλυπτικό και ανήσυχο, θαυμαστό και απειλητικό, μια τροχιά αναζήτησης εκείνης της πρώτης μοναδικής όσο και τρομερής στιγμής που βίωσαν οι θεατές της «Εισόδου του τραίνου στον σταθμό» των αδελφών Lumiere. 

Ο άφατος πυρήνας της «ανθρώπινης κατάστασης» είναι ο πραγματικός πρωταγωνιστής στο Ταρικό σύμπαν. Κάθε έργο του ξεχωριστά,  μια προσπάθεια καλλιτεχνικής προσέγγισης  της ανθρώπινης πραγματικότητας,  στην γυμνή χαοτική μορφή της, απαλλαγμένη από χαρακτηρολογικά φτιασίδια, δραματουργικά τεχνάσματα, κάθε είδους αφηγηματικές – τεχνικές συμβάσεις. Πολύ γρήγορα ο Tarr αντιλαμβάνεται το αναπόδραστο της ανθρώπινης φύσης, το δράμα της ανθρώπινης ύπαρξης

ανεξάρτητα από το κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον. Ο φακός του θα στραφεί ακόμα πιο βαθιά στο χάος του ανθρώπινου ψυχισμού, θα βουτήξει για τα καλά στην κόλαση εντός μας. Κάθε ταινία του ένα νέο στρίψιμο της βίδας, μια στροφή που απαλλάσσεται από τις συμβάσεις που κρύβουν την αλήθεια. Το χρώμα, την συμβατική αφήγηση, την καθιερωμένη «ανάπτυξη των χαρακτήρων», τη διάρκεια των πλάνων, το «κινηματογραφικό δίωρο», την χρήση της μουσικής και της ηχητικής μπάντας, ακόμα - ακόμα την στάνταρ διαδικασία προπαραγωγής και εκτέλεσης ενός φιλμ. Τα ρίσκα του πολλά, η κόντρα του πρώτα με ένα ηλίθιο γραφειοκρατικό σύστημα κι ύστερα με τους κανόνες της «ελεύθερης αγοράς», κοινώς, σε κάθε φάση με την κυρίαρχη ιδεολογία, σε συνδυασμό με την αμετάκλητη απόφασή του να κάνει τις ταινίες του όπως θέλει ή να μην τις κάνει καθόλου, καθυστερούν απελπιστικά τη χρηματοδότηση κάθε έργου. 

Έπρεπε να περάσουν κάπου 20 χρόνια από το κινηματογραφικό του ντεμπούτο, να έρθει το συντριπτικό όσο και μυθικό «Satantango», το αποσβολωτικό «Κολαστήριο» και το αβάσταχτο αίνιγμα των «Αρμονιών του Wekrmeister», μέχρι το ευρύτερο κινηματογραφικό κύκλωμα να πάρει χαμπάρι αυτό που συνέβαινε. Τα αφιερώματα, από το ΜΟΜΑ της Νέας Υόρκης ως το Τορόντο και τη Θεσσαλονίκη έπεσαν βροχή. Προσωπικότητες του διαμετρήματος της Susan Sontag αναγνώρισαν επιτέλους μια αυθεντική, καλλιτεχνική, ανανεωτική φωνή μέσα στον πολτό της σύγχρονης κινηματογραφικής βιομηχανίας.  Ο Γκας βαν Σαντ, βιώνοντας μια εμπειρία ανάλογη αυτής του Παύλου στον δρόμο για τη Δαμασκό υιοθέτησε μέχρι αντιγραφής το «στυλ Ταρ»  και κέρδισε κι έναν Χρυσό Φοίνικα με τον «Ελέφαντα». Κι όμως, χρειάστηκαν έξι βασανιστικά χρόνια, ένας θάνατος, κάμποσα δικαστήρια και ένα ανελέητο, μοναχικό κυνήγι χρηματοδότησης για την ολοκλήρωση της τελευταίας ταινίας του Bela Tarr, τον «Άνθρωπο από το Λονδίνο». Άλλο ένα αναπάντεχο στρίψιμο της βίδας, κι ένα βήμα πιο κοντά στην «ανθρώπινη κατάσταση», ένα ακόμα σταθμός σε μια διαδικασία προς μια καθαρή καλλιτεχνική κινηματογραφική γλώσσα, τον τρόμο και το θαύμα, χωρίς καν τα δεκανίκια αυτή την φορά της πλοκής, της ίντριγκας του στόρι, της δράσης.

Ο κόσμος του Tarr, οι εσωτερικοί πνευματικοί λαβύρινθοι κάποιων λίγο πολύ περιθωριακών της ζωής σε κρίσιμες φάσεις, συνδιαλέγεται επί ίσοις όροις με τον θεατή. Όπως αναφέρει και ο ίδιος ο δημιουργός «ξέρω όσα κι εσείς, τα πάντα είναι στο πανί». Εδώ δεν υπάρχει εξαπάτηση, δεν υπάρχει δήθεν συναισθηματική ταύτιση με τον «ήρωα», κάποιο μυστικό που μένει να αποκαλυφθεί, πόζες και συμπεριφορές προς υιοθέτηση, νοσταλγικές αναπλάσεις του παρελθόντος, εφετζίδικα τεχνάσματα. Υπάρχει το κάδρο, οι ρυθμοί, οι κινήσεις της μηχανής, τα ανθρώπινα σώματα, η μουσική των οργάνων και των πλάνων, η ανθρώπινη φωνή, η ατμόσφαιρα. Τα βασικά συστατικά του σινεμά από την πρώτη ώρα της γέννησής του δηλαδή.

Ο οίκος του έργου και του κόσμου του Bela Tarr είναι η κινηματογραφική αίθουσα. Αυτός είναι ο μοναδικός φυσικός χώρος για την κατανόηση και την επικοινωνία με την γλώσσα του, με τα συναισθήματα και τις ιδέες. Όπως με όλα τα μεγάλα έργα Τέχνης, η απευθείας επαφή μαζί τους, είναι η μόνη που μπορεί να οδηγήσει τον θεατή στην υπέρβαση. Το σινεμά του Tarr έχει χαρακτηρισθεί από πολλούς υπερβατικό. Υπερβαίνει το ίδιο το μέσο, σχεδόν ακυρώνοντας τις φόρμες που το ίδιο δημιουργεί όταν αυτές παγιωθούν. Κι είναι ένα έργο απαιτητικό. Δεν είναι μοδάτο, δεν θα μας προσφέρει ένα ξένοιαστο δίωρο, το ξέρουμε καλά. Ίσως όμως και να μην είναι και τόσο απαιτητικό τελικά. Το μόνο που χρειάζεται είναι να δούμε και να ακούσουμε. Ίσως έτσι να αισθανθούμε. Ίσως έτσι να αλλάξουμε, να προχωρήσουμε, έστω και λίγο παραπέρα…. ή προς τα μέσα μας….  

BELA TARR
Η ΘΑΥΜΑΣΤΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΤΟΥ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ

Η NEW STAR σύστησε τον Bela Tarr στο ευρύτερο ελληνικό κοινό, μέσω της εμπορικής αίθουσας, με την κινηματογραφική διανομή του Οι Αρμονίες του Werckmeister. Η αναχώρηση του Ούγγρου δημιουργού απ’ την Αθήνα μετά την παρουσίαση της ταινίας, συνοδεύτηκε από μια υπόσχεση, στον ίδιο και στους εαυτούς μας, πως, σύντομα, ολόκληρο το έργο του θα παρουσιαστεί στους Έλληνες θεατές. Όταν συναντηθήκαμε ξανά με τον Bela, κατά τη διάρκεια της εβδομάδας Ουγγρικού κινηματογράφου στη Βουδαπέστη αλλά και στο πρόσφατο φεστιβάλ Καννών, πληροφορηθήκαμε με ευτυχία, πως η ψηφιακή επεξεργασία των αρνητικών όλων των ταινιών του, μικρού και μεγάλου μήκους βρίσκεται στο στάδιο της ολοκλήρωσης και πως, από το φθινόπωρο είναι δυνατή η κυκλοφορία ολόκληρου του έργου του.

Έτσι λοιπόν, από τον Οκτώβριο το ελληνικό κοινό, θα έχει την ευκαιρία να γνωρίσει όλους τους σταθμούς μιας επίπονης, μελαγχολικής, πεισματικής, ασυμβίβαστης αλλά και τόσο ακαταμάχητα γοητευτικής διαδρομής, έργα που τόσο πολύ συζητιούνται, όντας πια ένας θρύλος για τους μυημένους, χωρίς καν να έχουν προβληθεί δημόσια στην Ελλάδα.

Από τον πρώιμο στυλιζαρισμένο πεσιμισμό της Οικογενειακής φωλιάς ως το μυθικό επτάωρο Satantango, από τον μυστηριώδη ατμοσφαιρικό Μάκβεθ ως το άλυτο αίνιγμα των Αρμονιών του Werkmeister, ο Tarr, κινηματογραφιστής και στοχαστής, καλλιτέχνης και ιδεολόγος, στρέφει τη ματιά και το φακό του στην πιο σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης ύπαρξης και συμπεριφοράς, στις ταπεινές ζωές που βιώνουν λάθρα, οι αλαφροΐσκιωτοι και οι περιθωριακοί των συστημάτων και των εξουσιών.

Για πολλούς (όπως συνέβη και σ’ εμάς) ο τρόπος που βλέπουμε τον κινηματογράφο αλλά και τα πράγματα γύρω μας, που αντιλαμβανόμαστε το χρόνο και τις καταστάσεις, έχει επηρεαστεί ριζικά από τις ιστορίες, τις εικόνες και τα λόγια του αποφασισμένου, αταλάντευτου δαιμονικού δημιουργού. Την τελευταία βραδιά στις Κάννες, ο Tarr ρωτήθηκε από την Ουγγρική τηλεόραση, για τη γνώμη του περί των Φεστιβάλ και του σινεμά γενικότερα:
«Υπάρχουν δύο ειδών φιλμ. Αυτά από το Χόλιγουντ που είναι για τα κόκκινα χαλιά κι αυτά που κάνουμε εμείς» ήταν η χωρίς φόβο και πάθος απάντηση.
Προσυπογράφουμε, γνωρίζοντας πως οι δρόμοι μας θα ξανασυναντηθούν.

Βελισσάριος Κοσυβάκης


ΟΙ ΤΑΙΝΙΕΣ ΤΟΥ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΟΣ

Οικογενειακή Φωλιά, 1977, 100', ασπρόμαυρο
"Το πρώτο βήμα αυτού του νεαρού δημιουργού είναι ένα αυθεντικό καλλιτεχνικό αριστούργημα"
Istvan Zugan - Uj Tukor
Ξενοδοχείο Μάγκνεζιτ, 1978, 10', ασπρόμαυρο
Η πρώτη ταινία μικρού μήκους του Tarr, από μια συλλογή ταινιών του Στούντιο Tarasulas
O Αουτσάιντερ. 1979, 122', έγχρωμο
"Όπως λέει και ο Tarr, δεν υπάρχει τίποτα αστείο εδώ πέρα. Οι άνθρωποι υποφέρουν, από τους ίδιους τους τους εαυτούς κι από το φοβερό περιβάλλον."
Zsolt Papp - Filmkultura
Προκατασκευασμένες σχέσεις, 1982, 82', ασπρόμαυρο
"Βρισκόμαστε στην κόλαση. Εκεί όπου οι άνθρωποι, παρά τις επιθυμίες τους ή τις προσπάθειές τους, το μόνο που καταφέρνουν είναι να πληγώνουν τους συνανθρώπους τους".
Elemer Hankiss
Μάκβεθ, 1982, 72', έγχρωμο
Ένα από τα πιο δυσεύρετα έργα του Tarr, τηλεοπτική μεταφορά του Σεξπηρικού δράματος. Δύο και μοναδικά μονοπλάνα, σηματοδοτούν τη στυλιστική στροφή του μεγάλου δημιουργού.
Φθινοπωρινό Αλμανάκ, 1983, 120', έγχρωμο
"Εξελίσσοντας την δραματική ένταση των έργων του Στρίνμπεργκ και την αμεσότητα των έργων δωματίου του Μπέργκμαν, ο Tarr, δημιουργεί μια φορτισμένη ατμόσφαιρα, ένα ανήσυχο περιβάλλον."
Jonathan Rosenbaum - Chicago Reader
Κολαστήριο, 1987, 122', ασπρόμαυρο
"Το "Κολαστήριο" αποπνέει μια υπνωτική, αλλόκοτη ποιότητα. Μας προσφέρει μια υπερβατική αποκάλυψη που παραπέμει στον Ταρκόφσκι."
Peter Brandshaw, Guardian
Το τελευταίο καράβι, 1990, 31', έγχρωμο
Μια νέα κοινωνία ανατέλλει, τα λείψανα του κομουνισμού ενταφιάζονται κι οι πρώτοι πειρασμοί του καπιταλισμού έχουν αρχίσει την πολιορκία
Satantango, 1994, 435', ασπρόμαυρο (τριπλό dvd)
"Συντριπτικό, κάθε λεπτό του συναρπαστικό. Θα μπορούσα να το βλέπω συνεχώς για την υπόλοιπη ζωή μου",  Susan Sontag
Ταξίδι στην μεγάλη Ουγγρική πεδιάδα, 1995, 31', έγχρωμο
"Ξεφύλισσα την ιστορία κι έφτασα στην τελευταία σελίδα της". Ένας φόρος τιμής στον μεγάλο Ούγγρο ποιητή Σάντορ Πέτροφι.
Οι Αρμονίες του Werckmeister, 2000, 145', ασπρόμαυρο
"Μια ταινία για την Αποκάλυψη, την Δημιουργία, τον Λεβιάθαν, την αρμονία και τη δυσαρμονία, ένας εμπνευσμένος συνδυασμός Λιντς, Χέρτσοκ, Κάφκα και Μέλβιλ.", Nigel Andrews, Financial Times
Πρόλογος, 2004, 4', ασπρόμαυρο
200 άνεργοι περιμένουν στη σειρά στην πιο φτωχή συνοικία της παγωμένης Βουδαπέστης. Ο τελεσίδικος πρόλογος ενός "οράματος για την Ευρώπη".
 
BELA TARR
 ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ο Bela Tarr γεννήθηκε το 1955 στο Πεκ της Ουγγαρίας. Από τα 16 του αρχίζει να γυρίζει ερασιτεχνικά super 8. Αργότερα εργάστηκε στο Εθνικό Οίκο Κουλτούρας και Ανάπλασης. Τα ερασιτεχνικά φιλμάκια του τράβηξαν την προσοχή των ανθρώπων του στούντιο Bela Balazs,  που τον βοηθούν να γυρίσει την πρώτη του ταινία . Μετά από μια σειρά έργων που συνδυάζουν τον σοσιαλιστικό ρεαλισμό με τον ανθρωποκεντρισμό του Κασσαβέτη, συνεργάζεται μόνιμα με τον συγγραφέα Laszlo Krasznahorkai αλλά και με τη σύζυγό του  και μοντέζ των έργων του Agnes Hranitzky σε μια σειρά ταινιών με εντελώς προσωπική αφηγηματική, εικαστική αλλά και φιλοσοφική άποψη.
Το σύνολο του έργου του έχει προβληθεί στα μεγαλύτερα φεστιβάλ (Τορόντο, Μόντρεαλ, Νέα Υόρκη, Λονδίνο, Θεσσαλονίκη), ενώ οι επιφανέστεροι κριτικοί (Susan Sontag, Jonathan Rosenbaum, Roger Ebert)αλλά και πολλοί σημαντικοί σκηνοθέτες (Jim Jarmush, Gas Van Sant), τον κατατάσσουν ανάμεσα στους κορυφαίους δημιουργούς όλων των εποχών.


BELA TARR
ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ

1977: ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΦΩΛΙΑ
1978: ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ MAGNEZIT (μικρού μήκους)
1981: Ο ΑΟΥΤΣΑΙΝΤΕΡ
1982: ΠΡΟΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΜΕΝΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
1982: ΜΑΚΒΕΘ
1985: ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΟ ΑΛΜΑΝΑΚ
1988: ΚΟΛΑΣΤΉΡΙΟ
1990: ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΚΑΡΑΒΙ
1994: SATANTANGO
1995: ΤΑΞΊΔΙ ΣΤΗΝ ΟΥΓΓΡΙΚΗ ΠΕΔΙΑΔΑ (μικρού μήκους)
2000: ΟΙ ΑΡΜΟΝΙΕΣ ΤΟΥ WERCKMEISTER
2004: ΠΡΟΛΟΓΟΣ (VISIONS OF EUROPE)
2007: Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠ' ΤΟ ΛΟΝΔΙΝΟ

στην επόμενη σελίδα ακολουθουν κριτικές για το έργο του
{mospagebreak}
BELA TARR 
ΚΡΙΤΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ

Ο Tarr δε μας δίνει το ασυνήθιστο, υπερβάλλει με το συνηθισμένο.
Susan Sontag, δοκιμιογράφος, κριτικός κινηματογράφου

Βλέποντας τις ταινίες του στη σειρά, γίνεται φανερό πως ο Tarr δεν επινοεί ένα σύστημα, αλλά δημιουργεί ένα δρόμο.
Η μαγευτική πορεία του Tarr κατευθύνεται στο πιο καίριο, στο πιο βαθύ σημείο της δυστυχίας της ύπαρξης. Πραγματικά αξίζει να ταξιδέψουμε μαζί του. Η ανταμοιβή βρίσκεται σε κάθε στάδιο του δρόμου.
Stephane Bouquet, Cahiers Du Cinema

Ο Tarr μας θυμίζει, την παράδοξη και όμορφη δυναμική του αφηγηματικού κινηματογράφου που κρύβεται συχνά πίσω από τις προβλέψιμες συμβάσεις κάι φόρμουλες.
Μια ασυνήθιστη εμπειρία. Ένα ασυνήθιστο ονειρικό κινηματογραφικό γεγονός.
Έχει στοιχείωσει την ύπαρξή μου.
Jim Jarmusch, Σκηνοθέτης

Ένας εντελώς νέος κινηματογράφος που ξεκινάει πάλι απ' την αρχή, ένα χαμένο Rosebud, μια από τις πολλές κατευθύνσεις που μπορούσε να πάρει το σινεμά πριν μας πάρει η κάτω βόλτα.
Ένας δρόμος που θα μπορούσε να έχει ακολουθήσει το σινεμά πριν μας πάρει η κάτω μπάλα. Ο Tarr είναι ένας από τους ελάχιστους γνήσιους οραματιστές του κινηματογράφου.
Gas Van Sant, Σκηνοθέτης

Το έργο του Tarr είναι ό,τι πιο καινούργιο και συναρπαστικό έχει κυκλοφορήσει τα τελευταία χρόνια
Μιχάλης Δημόπουλος, Διευθυντής Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης

Όταν ζεις μια ταινία του Tarr, είτε επιβιώνεις είτε όχι. Τόσο απλά, δεν έχεις επιλογή.
Αθηνά Τσαγγάρη, Σκηνοθέτις, επιμελητής της έκδοσης του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης

Οι ταινίες του Tarr ιχνηλατούν την πνευματική αλλά και την υλική κατάρρευση των ονείρων
της Ευρώπης αλλά και της Αμερικής με μια δημιουργικότητα που δεν απαντάται πλέον στο σύγχρονο κινηματογράφο.
Η εξέλιξη της φόρμας στο έργο του εκφράζει ένα ευρύτερο ενδιαφέρον για την δυνατότητα, πως ο μοντέρνος κινηματογράφος δεν θα ασχολείται μόνο με τον ερωτισμό
αλλά και με την ηθική"
Rob Tregenza, Anthology Film Archives


“S a t a n t a n g o”
Ένας κινηματογραφικός θρύλος

                   
Μεγάλη Ουγγρική Πεδιάδα… Τα πάντα οριζόντια, καταυλισμοί που απέχουν τεράστιες αποστάσεις μεταξύ τους. Κάποιοι κάτοικοι ενός εγκαταλειμμένου κολχόζ, αποκομμένοι από κάθε είδους παραγωγική διαδικασία. Οι αξίες που προσδιόριζαν την ουσία της ζωής τους έπαψαν να υπάρχουν. Ο χρόνος έχει αποσυνθέσει τα πάντα. Σιγά σιγά, κι οι ίδιοι γίνονται μέρος της φθοράς. Η αίσθηση της απόγνωσης που εκμηδενίζει τα πάντα, απαλύνεται από μια και μόνο επιθυμία: αυτήν της φυγής. Οι άνθρωποι, αποκλείουν και ξεγελούν ο ένας τον άλλον, μηχανεύονται αξιοθρήνητους τρόπους διαφυγής, εκ των προτέρων καταδικασμένων να αποτύχουν. Μια μέρα, καταφθάνει ένας «Μεσσίας», ένας απατεωνίσκος τέως καταδότης. Οι κάτοικοι θα τον ακολουθήσουν σαν πρόβατα, θα διασχίσουν την πεδιάδα, πεπεισμένοι πως αυτός θα τους απαλλάξει από το Κακό που κρύβουν μέσα τους, πως θα τους συγχωρέσει τις παλιές τους αμαρτίες…


Ήταν το 1985 όταν ο Μπέλα Ταρ διάβασε για πρώτη φορά την νουβέλα του συμπατριώτη του συγγραφέα Λάσλο Κράσναχορκάι. Το βιβλίο, αποτέλεσε την αφορμή της συνάντησης των δυο δημιουργών και την απαρχή μιας συνεργασίας που συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Από την πρώτη εκείνη στιγμή, ο Ταρ ήθελε να μεταφέρει στο πανί το έργο που φαινόταν να δίνει οριστική απάντηση σε αισθητικά, φιλοσοφικά και στυλιστικά ερωτήματα που τον απασχολούσαν για χρόνια. Καθώς δεν βρέθηκε παραγωγός να ρισκάρει, οι δυο τους έγραψαν το «Κολαστήριο» που ολοκληρώθηκε το 1987. Η καλλιτεχνική επιτυχία της ταινίας άνοιξε έναν δρόμο για την εύρεση κάποιων τολμηρών παραγωγών. Έπρεπε να περάσουν 7 χρόνια για να παρουσιαστεί το Satantango στο Φεστιβάλ Βερολίνου.

Το Satantango αποτελεί πιθανότατα το μεγαλύτερο ρίσκο στην ιστορία του σινεμά. Σε μια εποχή όπου οι μεγάλοι δημιουργοί σιγούν ή επαναλαμβάνονται εκ του ασφαλούς ενώ αλωνίζουν οι νεότεροι αντιγραφείς, στην δεκαετία της πλήρους επιβολής των κανόνων του Χόλιγουντ στην Ευρωπαϊκή παραγωγή και διανομή, ο Ταρ παρουσιάζει μια ταινία η οποία εκ κατασκευής δεν είναι δυνατόν να τύχει κανονικής διανομής. Το φιλμ διαρκεί επτάμισι ώρες, οκτώ μαζί με τα διαλείμματα. Πρέπει να ιδωθεί ολόκληρο και δεν μπορεί να χωριστεί σε μέρη που είναι δυνατόν να προβληθούν σε χρονική απόσταση το ένα από το άλλο (όπως π.χ. το Berin Alexanderplatz).  Είναι γυρισμένο σε ασπρόμαυρο, δεν διαθέτει το πολύπλοκο, με πολλούς χαρακτήρες στόρυ που να δικαιολογεί μια τέτοια διάρκεια (ουσιαστικά πρόκειται για την ιστορία μιας ομάδας παρηκμασμένων κολίγων που πείθονται από τα λόγια ενός απατεώνα ψευδοπροφήτη και τον ακολουθούν στα τυφλά, χάνοντας τελικά ακόμα και τα σπίτια τους) , ο ρυθμός είναι εξαιρετικά αργός, ενώ τα ειδικά εφέ απουσιάζουν εντελώς. Οι πρωταγωνιστές μιλούν μια «ανάδελφη» γλώσσα, ενώ το καστ απαρτίζεται κατά βάση από ερασιτέχνες.

Το Satantango είναι μια συνειδητή τοποθέτηση του Ταρ απέναντι στο εμπορικό και καλλιτεχνικό mainstream, υπέρ ενός κινηματογράφου που, όπως και οι υπόλοιπες τέχνες στις μεγάλες τους στιγμές, μπορεί να οδηγήσει τον θεατή στην υπέρβαση της ζωής και της θεώρησης του κόσμου.

Όμως, το Satantango αποτελεί κάτι πολύ περισσότερο από μια χειρονομία. Από την «Οικογενειακή Φωλιά» το 1977, ο κινηματογράφος του Ταρ ακολουθεί μια εξελικτική πορεία προς μια καλλιτεχνική έκφραση που θα μπορέσει  να επιτύχει μια συνολική θεώρηση του κόσμου που θα ξεπερνά τις συμβάσεις και τους περιορισμούς της καθιερωμένης κινηματογραφικής γλώσσας. Με το Satantango ο Ταρ έρχεται πιο κοντά στην διαμόρφωση ενός αποκλειστικά δικού του κόσμου, ενός κόσμου που δεν υπάρχει σε καμιά γεωγραφία, πείθοντας ταυτόχρονα απόλυτα για την ύπαρξή του. Ενός κόσμου που κινείται ολοένα προς βαθύτερα επίπεδα απελπισίας, απόλυτης πνευματικής και υλικής ένδειας, αποκλεισμένου και ανυπεράσπιστου. Ο χρόνος παίζει τον δικό του ρόλο  σε αυτή τη διαδικασία της εκμηδένισης και είναι η διαχείριση του χρόνου και του ρυθμού που κάνει μοναδική την προσέγγιση του σινεμά από τον Ταρ. Το Satantango ακολουθεί την δομή του Τανγκό, έξι

βήματα μπροστά, έξι πίσω, ουσιαστικά καλύπτει τον χρόνο λίγων ημερών, μερικές από αυτές επαναλαμβάνονται πάνω από μια φορά ιδωμένες από την οπτική διαφορετικών ηρώων. Ο Ταρ παρακολουθεί την δράση με τεράστια πλάνα σεκάνς, αδιάκοπο τράβελινγκ πολύ αργό ρυθμό. Η αίσθηση της «αέναης επιστροφής» μέσα στην απειρία του χρόνου είναι το στοιχείο της νουβέλας του Κρασναχορκάι που εξ αρχής προσείλκυσε τον Ταρ. Όπως αναφέρει κι ο Άντρας Κόβατς «Στον κόσμο του Ταρ η αποσύνθεση είναι αργή μα ασταμάτητη, διαχέεται παντού. Το ερώτημα είναι όχι πως σταματάμε ή αποφεύγουμε τη διαδικασία, αλλά τι

κάνουμε στο ενδιάμεσο; Ο Ταρ απευθύνει την ερώτηση στον θεατή, όμως, αν ο θεατής θέλει να καταλάβει την ερώτηση πρέπει πρώτα να κατανοήσει το αδυσώπητο του χρόνου. Και για να μπει στο νόημα πρέπει να κατανοήσει πως το να επιβιώνει τη συγκεκριμένη στιγμή δεν αποτελεί δικαιολογία: ο χρόνος είναι άδειος. Ο χρόνος είναι μια άπειρη και αδιαίρετη διάσταση, μέσα στην οποία το κάθε τι επαναλαμβάνει τον εαυτό του με τον ίδιο τρόπο.»
Ο χρόνος, το τοπ̀¯ο, τα πρόσωπα και τα σώματα, η μαγική μουσική του Μίχαλυ Βιγκ και η χορογραφία της κ̀¬μερας του Γκάμπορ Μέντβιγκυ συνθέτουν μια πραγματική συμφωνία, ενορχηστρωμένη από τον μεγάλο Ούγγρο δημιουργό. Κι η μόνη επιλογή του θεατή είναι «απαγωγή» του από αυτόν τον κόσμο, σε ένα βίωμα που θα τον φέρει πιο κοντά σε αυτό που λέμε «ανθρώπινη κατάσταση», πέρα από εντοπιότητα και καταγωγή, χωρίς τα δεκανίκια επινοημένων αλληλεπιδρόντων γεγονότων, εφευρημένων καταστάσεων, επίπλαστων ταυτίσεων με χαρακτήρες και ήρωες. Το Satantango αποτελεί το μεγάλο έργο του μοντέρνου κινηματογράφου, και, για πολλούς, το magnum opus του Ταρ.

Οι αντιδράσεις μετά τις προβολές της ταινίας απλώς μεγάλωσαν τον μύθο της. Η Σούζαν Σόνταγκ αναγνωρίζει στο πρόσωπο του Ταρ τον μεγαλύτερο εν ενεργεία Ανατολικοευρωπαίο δημιουργό, ο Γκας βαν Σαντ βιώνει μια εμπειρία παρόμοια με αυτή του Παύλου στον δρόμο για τη Δαμασκό, αποκηρύσσει το απολύτως επιτυχημένο εμπορικά και καλλιτεχνικά παρελθόν του κι αντιγράφει το Ταρικό στυλ με το Τζέρυ, κερδίζοντας κι έναν χρυσό Φοίνικα με τον «Ελέφαντα». Κριτικοί του κύρους του Ντέρεκ Έλεϊ και του Τζόναθαν Ρόζενμπάουμ σπεύδουν να χαιρετίσουν ένα νέο σινεμά που ανατέλλει. Τα αφιερώματα από το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης ως το Τόκυο είναι απανωτά κι ο Ταρ θα κάνει άλλα έξι χρόνια για να βρει πόρους για τις «Αρμονίες του Werkmeister».

Το Satantango είναι ένα από τα κορυφαία έργα της σύγχρονης τέχνης και ανθρώπινης διανόησης. Κι όπως σε όλα τα μεγάλα έργα, η δύναμή του βρίσκεται στην αυθεντική επαφή του με τον θεατή με τους όρους με τους οποίους δημιουργήθηκε, στην κινηματογραφική αίθουσα. Ακούγεται σαν αλαζονική απαίτηση να ζητά κανείς 7 ώρες από την ζωή μας για μια ταινία αλλά όπως λέει και ο Ταρ «Στο Μπάιρόιτ χιλιάδες κόσμου παρακολουθούν την οκτάωρη εκδοχή του «Νιμπελούγκεν» του Βάγκνερ, δεν καταλαβαίνω γιατί να μην καθήσουν να παρακολουθήσουν το Satantango, άλλωστε δεν είναι ζήτημα διάρκειας, μια τρίλεπτη ταινία μπορεί να είναι επίσης αφόρητη».

Το Satantango ανήκει στα μεγάλα έργα τα οποία θα έπρεπε να βρίσκονται συχνά διαθέσιμα στο κοινό. Ανήκει στην κατηγορία των ελάχιστων έργων που μπορούν να αλλάξουν δια παντός τον τρόπο που ο θεατής τους συλλαμβάνει και βιώνει τον κόσμο και την ζωή του.
Η διπλή προβολή του στα πλαίσια του αφιερώματος της New Star στον Μπέλα Ταρ πιθανόν (δυστυχώς) να είναι η τελευταία ευκαιρία για τους Έλληνες θεατές να βιώσουν μια αυθεντική αποκαλυπτική εμπειρία. Μια ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί.


Η ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑ ΤΑΙΝΙΑ ΤΟΥ  BELA TARR
“Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ
ΑΠΟ ΤΟ ΛΟΝΔΙΝΟ”
ΥΠΟΨΗΦΙΑ ΓΙΑ ΧΡΥΣΟ ΦΟΙΝΙΚΑ  ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΑΝΝΩΝ 2007

Σύνοψη
Ο Μαλόιν διάγει μια απλοϊκή ζωή χωρίς καμία προοπτική στην άκρη της απέραντης θάλασσας. Ούτε που διακρίνει τον κόσμο που τον περιτριγυρίζει, έχει ήδη αποδεχτεί την αργή και αναπόφευκτη καταστροφή του περιβάλλοντα κόσμου του και την απόλυτη μοναξιά του.
Όταν γίνεται μάρτυρας σε φόνο, η ζωή του ξαφνικά αλλάζει.
Έρχεται αντιμέτωπος με θέματα που άπτονται της ηθικής, της αμαρτίας, της τιμωρίας, τη γραμμή μεταξύ της αθωότητας και της συνέργειας σε ένα έγκλημα, και αυτή η κατάσταση της περισυλλογής τον οδηγεί στην οντολογική απορία για την σημασία και την αξία της ύπαρξης.
Το έργο μιλά για την επιθυμία, για την άφθαρτη αναζήτηση μιας ζωής ελευθερίας και ευτυχίας, για ψευδαισθήσεις που ποτέ δε θα πραγματοποιηθούν- για τα πράγματα που μας δίνουν ενέργεια για να συνεχίσουμε να υπάρχουμε, να κοιμηθούμε και να ξυπνήσουμε το επόμενο πρωί... Η ιστορία του Μαλόιν είναι η δική μας- όλων εκείνων που αμφιβάλλουν και μπορούν ακόμη να θέτουν ερωτηματικά για την ταπεινή μας ύπαρξη.

Κριτικές
Ένα δηλητηριώδες έργο, “Ο Άνθρωπος απ' το Λονδίνο” έχει στοιχειωθεί από απόκοσμες, δυνατές εικόνες που καταφέρουν να φτάσουν στα βάθη της ψυχής, εκεί όπου οι λέξεις δε φτάνουν. Ο Ταρρ απέδειξε ξανά πως είναι ένας υπαρξιακός οραματιστής.
Δημήτρης Εϊπίδης, Φεστιβάλ Τορόντο

Ο όρος “film noire” επαναπροσδιορίζεται μέσα από την ταινία του Bela Tarr “Ο Άνθρωπος από το Λονδίνο”.
Jonathan Romney, Screen Daily

“O Άνθρωπος απ' το Λονδίνο” του Ούγγρου Bela Tarr, αναδύεται και πάλι στην επιφάνεια του φεστιβάλ των Καννών, σαν ένα τεράστιο σώμα εξαντλημένο αλλά πληρωμένο με θυσίες.
Shellac /Yannick Casanova, Le monde.

Αυτό που προσπαθεί να κάνει ο Ταρρ, παρά τις απίστευτες δυσκολίες που προέκυψαν κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, είναι μια ιδιοφυϊής στυλιστική άσκηση, και, παρότι  ήταν σκληρή και άγρια ταυτόχρονα, με άγγιξε πολύ βαθιά.
Jean Simenon
 
Ο BELA TARR ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ “Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΛΟΝΔΙΝΟ”
Αν πρέπει να πω γιατί μου αρέσει και γιατί βυθίστηκα σε αυτήν την ιστορία, τότε η αυτόματη απάντηση είναι γιατί πραγματεύεται ταυτόχρονα το αιώνιο και το καθημερινό. Την ίδια στιγμή, πραγματεύεται το κοσμικό και το ρεαλιστικό, το θείο και το ανθρώπινο και, στο μυαλό μου, περιλαμβάνει το όλον της φύσης και του ανθρώπου, όπως ακριβώς περιέχει και τη μικρότητά τους.

Αγάπησα το Μαλόιν. Ο Μαλόιν ζει απλοϊκά, χωρίς καμιά προοπτική, δίπλα στην απέραντη θάλασσα, προσέχει ελάχιστα, αν όχι καθόλου, τον κόσμο που τον περιβάλλει, αποδέχεται την αργή και αναπόφευκτη φθορά του και την σχεδόν απόλυτη απομόνωσή του. Σταδιακά οι επαφές του βουλιάζουν και γίνονται μηχανικές, ίσως παραμένει πιο κοντά στην κόρη του Ενριέτ.

Όταν Ο Μαλόιν γίνεται μάρτυρας ενός φόνου, η ζωή του αλλάζει. Πρέπει να αντιμετωπίσει το ηθικό δίλημμα του στο τι συνίσταται ένα έγκλημα και η τιμωρία του, που υπάρχει η γραμμή μεταξύ αθωότητας και συνέργιας σε έγκλημα, ο σκεπτικισμός τον οδηγεί να αναρωτηθεί για τι βαθύ μήνυμα και την αξία της ύπαρξης.
Ο πειρασμός για μια καινούρια ζωή καλύτερης ποιότητας τον κυριεύει. Ο Μαλόιν περνάει το πιο σημαντικό τεστ, κι αφού έχει διαπράξει το πιο σοβαρό των εγκλημάτων, ακόμη και με την αθωότητα του χαμένη, προσπαθεί να σώσει την τιμή του. Γερασμένος, φαλακρός και ρυτιδιασμένος, τελικά γίνεται άντρας. Αλλά η ανθρωπότητα και η σοφία είναι πολλά μαζί για να ζει κανείς. Η προσπάθεια του να χτίσει μια καινούρια και διαφορετική ζωή αποτυχαίνει. Η ιστορία του Μαλόιν είναι η δική μας ιστορία, προσωπικά την αισθάνομα απόλυτα δική μου, οικεία και κοντινή, εχθρική και σκληρή, όπως ακριβώς και ο κόσμος που μας περιβάλλει.
Ο τόνος της ταινίας είναι προσωπικός, κάθε κομμάτι δείχνει το πως βλέπω τον κόσμο και μέσω της απλότητας του στυλ, προσπαθώ να ζωντανέψω την πολυπλοκότητα του εργατικού κόσμου που περιβάλλει τον Μαλόιν, με όση το δυνατόν περισσότερη αυθεντικότητα και τρυφερότητα.

Αν πρέπει να περιγράψω το στυλ και τη δομή της ταινίας, θα έπρεπε πρώτα να πω ότι η σύνθεση και ο ρυθμός καθορίζονται από τη μονότονη εργασία του Μαλόιν. Είμαστε μόνιμα στη δική του πλευρά, τον ακολουθούμε και βλέπουμε τα πράγματα μέσα από τα μάτια του. Ανεβαίνουμε τα σκαλοπάτια προς την καμπίνα του και τα κατεβαίνουμε μαζί του όταν πηγαίνει στο καφέ. Πίνουμε μαζί του ένα μπράντυ και πηγαίνουμε και αγοράζουμε ψάρι για το γεύμα.
Αυτές οι μέρες επαναλαμβάνονται με διαφορετικό μήνυμα κάθε φορά, η μονομαχία του Μαλόιν με τον Μπράουν και η αυξανόμενη ένταση γεννά ένα νέο πλαίσιο.
Ό,τι έχουμε δει μεταλάσσεται σε κάτι καινούριο, ό,τι μας ήταν οικείο γίνεται ξένο, ό,τι ήταν εύκολο γίνεται δύσκολο, ότι ήταν απλό και σύνηθες γίνεται απειλητικό. Μπαίνουμε σε αυτό το σπιράλ, ακολουθώντας κάθε του στροφή. Η προσοχή μας στρεφεται στο εσωτερικό προτσές του ανθρώπου.

Η κάμερα που κινείται αδιάκοπα βρίσκει τα μάτια του, ακολουθεί όλα τα σημάδια της μετα-επικοινωνίας και ζουμάρει μαλακά από γκρο πλαν μέχρι τα κοντινα. Η κάμερα είναι μέσα και έξω ταυτόχρονα, εστιάζει στα πρόσωπα, ειδικά στα μάτια. Παρόλα αυτά σε κάθε πλάνο κοιτάζουμε προς τα έξω, βλέπουμε το λιμάνι και τη θάλασσα, νιώθουμε κοντά της, μέσα σε αυτήν την πρόκληση της ατέρμονης ελευθερίας.
Οι ομιχλώδεις, γκρίζες, ασπρόμαυρες εικόνες, οι κινούμενες σκιές κάτω από το μικρά φώτα και το σεληνόφως που αντικατοπτρίζεται μέσα στο λιμάνι,χάρισαν μια εξαιρετική ομορφιά στο δράμα που εξελίσσεται μπροστά μας.
Το έργο μιλά για  την επιθυμία, την ακούραστη επιθυμία του ανθρώπου για μια ζωή ελευθερίας και ευτυχίας, για ονείρατα που ποτέ δε θα πραγματοποιηθούν, για όλα εκείνα που μας δίνουν τη δύναμη να συνεχίσουμε να ζούμε, να πάμε για ύπνο και να σηκωθούμε το επόμενο πρωί και εις αεί... Είμαι πεπεισμένος ότι η ιστορία του Μαλόιν δεν ανήκει μόνο σε εμένα, αλλά και σε όλους εκείνους που αμφιβάλλουν και αναρωτιούνται για την ταπεινή μας ύπαρξη, κι όμως είναι ικανή να αντισταθούν στον πειρασμό: σε όλους εκείνους που έχουν το κουράγιο να διατηρήσουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

Πληροφορίες Koyinta