K ρ ά τ η σ έ μ ε

{mosimage}Η ταινία έχει θέμα την απώλεια και είναι η πρώτη ελληνική ταινία που ξεκίνησε από το internet www.holdme.gr και συγκέντρωσε ιστορίες από όλη την Ελλάδα. Μια παραγωγός ραδιοφωνικής εκπομπής χάνει στον πατέρα της ξαφνικά Για να καταφέρει να χειριστεί αυτή τη απρόσμενη απώλεια δημιουργεί μία ιστοσελίδα στην οποία ακροατές του  ραδιοφώνου στέλνουν ιστορίες τους

Αργότερα συναντιέται μαζί τους και μοιράζονται τις ιστορίες μέσα από το παιχνίδι της αφής. Στη διάρκεια αυτών των συναντήσεων που διαρκούν δυο χρόνια ένα παιδί χάνεται απρόσμενα. Μέσα από τις ιστορίες που μοιράζονται όλοι καταφέρνουν να χειριστούν την απώλεια τους και να συνεχίσουν τη ζωή τους με μεγαλύτερη δύναμη και αισιοδοξία. Το ίδιο και η ηρωίδα η Ιουλία μαθαίνει να συναναστρέφεται στο παρόν και συμφιλιώνεται με το παρελθόν της.

Η ταινια γυριστηκε:
  • στη ΡΟΔΟ
  • στην ΑΘΗΝΑ
  • στη ΣΟΦΙΑ
  • στη ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ
  • στη ΣΤΟΚΧΟΛΜΗ
  • στο ΑΜΠΟΥ ΝΤΑΜΠΙ

www.holdme.gr www.luciarikaki.gr

 

TREILER
{youtube}xhBKy8G9Go8{/youtube}

ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΟΛΥΤΡΟΠΟΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΚΑΙ Η  ΑΥΘΕΝΤΙΚΗ  ΜΟΥΣΙΚΗ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ ΠΟΥ ΥΠΟΓΡΑΦΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΘΕΤΕΣ  ΜΑΡΙΕΤΤΑ ΦΑΦΟΥΤΗ ΚΑΙ ΘΑΝΑΣΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Τα τραγουδια της ταινιας  ΠΑΓΩΜΕΝΟ ΝΕΡΟ και ΜΑ ΣΟΥ ΕΙΠΑ ΣΑΓΑΠΩ ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η  ΝΑΤΑΣΑ ΤΣΙΡΟΥ  ενώ τα τραγούδια  Do you remember Happy Forever Where are you Without you,Time is close is this magic ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΜΑΡΙΕΤΤΑ ΦΑΦΟΥΤΗ

Η ταινία μου ΚΡΑΤΗΣΕ ΜΕ www.holdme.gr κάνει πρεμιέρα την Πέμπτη 30 Αυγούστου 9 το βράδυ στον Κινηματογράφο ΔΑΝΑΟ.

Στην επόμενη σελίδα μπορείτε να δείτε κείμενα για την ταινία που εχουν δημοσιευτεί

{mospagebreak}

ΣΤΡΑΤΗΣ ΧΑΒΙΑΡΑΣ

Ότι και να πεις η Λουκία Ρικάκη θα κάνει το δικό της και στο Κράτησε με το έχει ήδη κάνει Η απώλεια στον έρωτα και στη ζωή Η απώλεια δοσμένη αναπότρεπτα γυναικοκεντρικά απ’τη ζωή. Μα έχουμε και τίποτα άλλο. Απ’τη ζωή τα αντλούμε όλα Μέσα από τη δημιουργική φαντασία και τη δεξιοτεχνία από τη ζωή πάλι στο απτό έργο με εικόνα κίνηση και λόγο όταν μιλάμε για το Κράτησε με .Το Κράτησε με η Λουκία Ρικάκη δεν το φωνάζει όταν πέφτει, το ψιθυρίζει όταν σηκώνεται. Η θεματικές της εμμονές φαίνονται οικείες, αλλά αφού υλοποιηθούν είναι χωρίς προηγούμενο. Πρόκειται για ιστορίες ξαναϊδωμένες και ξαναειπωμένες παράξενα. Αναμφίβολα όπως στις καλύτερες περιπτώσεις είναι η τέχνη που κάνει την απώλεια κέρδος

Στατής Χαβιαράς συγγραφέας Harvard Review

 

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΑΡΙΤΟΣ

Η Λουκία είναι ένα πρωτεικό πλάσμα είναι ένα είδος θεά Σίβα της καλλιτεχνικής περιοχής κάπου τη χάνεις κάπου τη βρίσκεις αποτολμά και το ένα αποτολμά και το άλλο Κάποιος θα έλεγε ότι διασκορπίζεται εγώ θα έλεγα ότι την επικεντρώνουν όλα αυτά τα σημεία των διαφορετικών πραγμάτων που κάνει Θα ήταν μιζέρια να μην την παινέψεις για αυτήν την ικανότητα. Κάτω από την καλλιτεχνική της ευθύνη λειτουργεί ένα από τα πιο σημαντικά ως αντικειμενικός στόχος φεστιβάλ στην Ελλάδα το φεστιβάλ της Ρόδου όχι μόνο συναγωνίζεται με άνισους ορούς με το πλούσιο που γίνεται στη Θεσσαλονίκη αλλά είναι ένα ακτιβιστικό γεγονός είναι ένα πεδίο μάχης και πρέπει να του δίνει χρόνο και ψυχή για να το κάνει αυτό.

H ταινία έχει ένα κεντρικό θέμα που είναι ένα τεράστιο ψυχολογικό και ανθρώπινο θέμα που είναι η απώλεια Η ταινία δεν κάνει τίποτα για να κρύψει ότι είναι έργο μίας γυναίκας είναι έργου του φύλου της του ψυχισμού της δικής της κουλτούρας

Είναι μια γυναίκα των δακρύων μόνο που τα δάκρυα δεν είναι μελό είναι ένα τρόπος ξεσπάσματος και το κάνει και στη ταινία είναι ένα ξέσπασμα ειλικρινές ψυχής με καλλιτεχνικούς τρόπους Εδώ είναι ένα έργο σύγχρονο με σωστή εκμετάλλευση των δυνατοτήτων που της δίνει σήμερα η τεχνολογία να αφηγηθεί Πλεονεκτεί αφού είναι έργο γυναίκας πλεονεκτεί η συγκίνηση έχω την εντύπωση ότι η συγκίνηση είναι ζητούμενο Από την τέχνη δυο πράγματα ζητάς να είναι χρήσιμο το έργο και να βγάζει συγκίνηση Ο άνθρωπος πρέπει να φεύγει με μια δόνηση από μέσα Έχουμε ένα ευμενέστατο προϊόν που μας προσφέρει ακουμπάει πάνω στο μεγάλο θέμα της απώλειας και τον εντοπίζει σε 2 πολύ βασικούς άξονες στον θάνατο και στον έρωτα Νομίζω ότι είναι 2 βασικοί άξονες γύρω από τους οποίους περιστρέφεται η ζωή μας Όταν δεν υπάρχει έρωτας αισθάνεσαι να σου χτυπάει με πολλούς τρόπους την πόρτα ο θάνατος και όταν υπάρχει ο θάνατος το τελευταίο πράγμα που θυμάσαι είναι ο έρωτας Είναι μια αφηγηματική ταινία έχει στοιχεία ντοκιμαντέρ αλλά κυρίως είναι ένα λυρικό ποίημα. Η ποίηση παραμένει πάντοτε το πιο γνήσιο και δεν αποσκοπεί απαραίτητα στο ευπώλητο αλλά στο πόσοι θα προσεγγίσει κάποιες καλές στιγμές της ζωής σου Η Λουκία έχει βαπτίσει όλη την έμπνευση στην ταινία να βαπτιστεί μέσα σε αυτό το πράγμα Τη συγκίνηση και όλο αυτό το πράγμα το μίλησε το φωτογράφισε του έδωσε ήχο και μας το προσφέρει γενναιόδωρα Εκμεταλλεύεται θαυμάσια τα μέσα τα φωτογραφικά τα οποία συνηγορούν και έρχονται και ταυτίζονται απόλυτα με το λόγο της. Είδα ότι είναι το κείμενο δικό της και εκεί χρεώθηκε μια πολύ μεγάλη ευθύνη που να μην πέσει σε ένα γλυκερό λυρισμό αυτό το έντονο γυναικείο που δίνει είτε έρχεται με διάφορους τρόπους από τους διαφόρους αφηγητές είτε από προσωπικό της βίωμα μου θύμισε τη Μαργκερίτ Ντυράς υπάρχει μια αυστηρότητα μέσα σε όλα αυτά τα πράγματα δεν ενδίδει χαρίζει και το χαρίζει πλουσιοπάροχα Την ταινία της διακατέχει η γενναιοδωρία της συγχώρεσης είτε τον βιώνει τον έρωτα μέσα στην ταινία είτε τον φωτογραφίζει είτε μιλάει για μικρές απώλειες καθημερινές. Εχει μια παρά πολύ φίνα φωτογράφηση Αστραφτεί η εικόνα της . Έχει βρει διαβολεμένα λυρικές στιγμές οι οποίες παντρεύονται θαυμάσια με το αφήγημα Και βεβαία να παινέσω τη μουσική Φοβάμαι ότι άλλες εκδοχές μουσικές έξω από αυτή την εναλλασσόμενη τρυφερή μουσική δεν θα έδενε με την ταινία της Είναι ένα παρά πολύ καλό ξεκίνημα Είναι μια ταινία συλλεκτική. Αυτές οι ταινίες είναι για τους νέους ανθρώπους που έχουν όλη τη διαθεσιμότητα όλη την ενδοτικότητα στη ζωή Εμείς πια που δεν είμαστε έχουμε ένα συγκρότημα δεν μας παρασύρει εύκολα δεν είναι εύκολο να μας παρασύρουν οι αναμνήσεις Σας διαβεβαιώ ότι η ταινία με ξέκλεψε. Νομίζω ότι είναι ο καλύτερος έπαινος γι’αυτήν.

Δημήτρης Χαρίτος κριτικός κινηματογράφου

 

ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ

Η αλήθεια είναι αυτό που πέρασα ήταν ένας καταιγισμός ένας καταρράκτης από εικόνες από λογισμούς συνειρμούς από αλληγορίες από εσωτερικό ψάξιμο από αγγίγματα μουσικής στη ψυχή όχι στο αυτί. Μια σύνθεση απίστευτη ,πραγματικά αισθάνθηκα εξουθενωμένος και το θεώρησα χρέος μου εσωτερικά δουλεύοντας ότι έπρεπε κάπως να της το εκφράσω να εκφράσω αυτό που πέρασα γιατί είχα μάθει διαβάζοντας φοιτητής ότι πρέπει να προσπαθείς να κρατήσεις μια απόσταση από ένα δημιούργημα της τέχνης για να μπορέσεις να το διαχειριστείς διαφορετικά να δεις που το πάει και έτσι όπως έπεφταν οι αλληγορίες δικήν καταρράκτη έπεφταν οι εικόνες έτσι όπως εναλλάσσονταν τα θέματα δεν μπόρεσα να κρατήσω απόσταση γιατί με παρέσυραν οι εικόνες αυτές οι εκπληκτικές οι λυρικές και αισθάνθηκα παρείσακτος θεατής σε αυτά τα απίστευτα συμπλέγματα του έρωτα, τα οποία παρουσίασε με ένα μοναδικό τρόπο δεν μπόρεσα να μην ζηλέψω τον τρόπο με τον οποίο απέδωσε αυτά που ήθελε να πει. Την ισορροπία στα πλάνα τα χρώματα τα οργιαστικά που υπήρχαν τον τρόπο που σου πέρναγε μέσα από την εικόνα το συναίσθημα ο ανταριασμένος έρωτας σε πήγαινε με το τραίνο που έτρεχε με διακόσια και ο απαλός σε πήγαινε σε μια φύση απίστευτα όμορφη και ήρεμη και όλο αυτά τα χάιδευε από επάνω μια μουσική που ήταν εκπληκτική. Ε αυτό έπρεπε να το πω έπρεπε να το πω δεν μπορούσα να το κρατήσω έπρεπε να της πω ότι ζήλεψα ότι με ξανακάνε ξανά φοιτητή της Αρχιτεκτονικής ο οποίος ψαχνόταν τελικά να βρει τι είναι ο χώρος, και προσπαθώντας να δει τι είναι ο χώρος πάνω στον οποίον εκκαλείτο να παρέμβει μεθαύριο, προσπαθούσε να αναλύσει την αντίληψη του χώρου και να χρησιμοποιήσει μεθόδους καινοτόμες για εκείνη την εποχή την μέθοδο της σημειολογίας. Και με ξαναέφερε εκεί, με ξαναέφερε σε εκείνα τα χρόνια, με παρέσυρε με πήρε, με έφερε, έβλεπα και ταυτόχρονα η μουσική τέκνο αυτά τα γρατσουνίσματα πάνω στο δίσκο πέρασαν στην ταινία και τα έκανε υπολογισμένα δηλαδή πήρε τα γρατζουνίσματα της μουσικής και τα έκανε καρεδάκια! Ήταν φοβερό έπρεπε να της πω ότι ήταν φοβερό αυτό που είδα. Ενθουσιασμό ήθελα να εκφράσω και ήθελα να πω ότι ανακάλυψα μέσα από μια ταινία που μου εμπιστεύθηκε ,ανακάλυψα έναν απίστευτο θησαυρό που έκρυβε μέσα της, ανακάλυψα ότι ο άνθρωπος που μου τιμούσε με τη φιλία του πραγματικά με τιμούσε και μου περιποιούσε ιδιαίτερη τιμή αυτό το γεγονός ότι αυτό το ξεχωριστό ταλέντο, αυτό το τόσο ξεχωριστό άτομο, το τόσο ψαγμένο το αεικίνητο γενικώς, το ευρηματικό παρήγαγε ένα έργο τέχνης μοναδικό έργο τέχνης το οποίο αξίζει όχι μονάχα να το κατατάξουμε στις καταθέσεις ψυχής που έχουν γίνει στον Ελληνικό κινηματογράφο και έχουν αποτελέσει αυτό που λέμε τον κλασσικό ελληνικό κινηματογράφο αξίζει κατ άρχην να φροντίσουμε να γίνει κτήμα της νέας γενιάς γιατί όσο και να μην θέλει να το παραδεχτεί έχει χρησιμοποιήσει ρητορική έχει χρησιμοποιήσει τρόπους επικοινωνίας τόσο σύγχρονους που αγγίζουν τους νέους και οι νέοι είναι αυτοί που θα γεμίσουν τις αίθουσες είμαι σίγουρος οι νέοι είναι αυτοί που θα το χαρούν και οι νέοι είναι αυτοί που θα ανακαλύψουν μέσα στα καρεδάκια της ταινίας και τους εαυτούς τους και πως μπορούν να βγάλουν το μαύρο μαντήλι από τα ματιά τους και ποσό μπορούν να ανακαλύψουν στα ματιά των άλλων γύρω τους πόσο όμοιοι είμαστε σαν άνθρωποι

Γιώργος Γιαννόπουλος Αρχιτέκτονας- Πολεοδόμος τ. δήμαρχος Ροδίων

 

Τίτσα Πιπίνου

Μήνες πριν βρήκα ένα e-mail στον υπολογιστή μου που με τον τίτλο «πες γνώμη», η Λουκία, με προέτρεπε να της πω τη γνώμη μου για τις δυο εκδοχές της ιστορίας της ταινίας της. Η μία εκδοχή ήταν καθαρά σεναριακή με το όνομα αυτού μιλούσε μπροστά στη φράση του διαλόγου [κάτι που δεν διευκολύνει, κατά τη γνώμη μου, τη ροή τη ανάγνωσης], και η δεύτερη ήταν αυτή που έχει το βιβλίο σήμερα. Χωρίς δισταγμό επέλεξα την δεύτερη. Νομίζω και οι άλλοι που υπέβαλε το ίδιο ερώτημα θα της είπαν το ίδιο και χάρηκα όταν μου είπε ότι θα εξέδιδε το βιβλίο τελικά με αυτή τη μορφή.

 Δεν έχουμε ένα μυθιστόρημα, ούτε ένα σενάριο, αλλά ένα σύνθετο βιβλίο που γράφτηκε με αφορμή την ταινία. Θα μπορούσε να είναι ένα παιχνίδι, ένα πείραμα, κάτι σαν ομαδική ψυχοθεραπεία. Θα μπορούσε να είναι επίσης όλα αυτά μαζί.

Ο ρόλος του αναγνώστη εδώ, περισσότερο από κάθε άλλη φορά είναι κεφαλαιώδης. Πρέπει να ανασυνθέσει το παζλ της μνήμης και είναι ο ίδιος που προτρέπεται να ζήσει τη δική του ιστορία.

Το «κράτησε με», ξεκίνησε, όπως είναι γνωστό από το διαδίκτυο, με θέμα την απώλεια. Το «κράτησε με» όμως, όπως εξελίσσεται σελίδα τη σελίδα δεν είναι μόνο η ιστορία της απώλειας. Γίνεται το χρονικό μιας ατελεύτητης αναζήτησης της αγάπης, πότε μέσα από ματαιώσεις, και πότε μέσα από ερωτικές συναντήσεις, εξ ορισμού όμως διαψευσμένες.

Κάποιες φορές γίνεται η ομολογία μιας συγνώμης ή λόγων που δεν ειπώθηκαν στην ώρα τους. Έτσι γινόμαστε αποδέκτες αυτών των λόγων και σπάνιων εξομολογήσεων που κανονικά δεν μας ανήκουν. Είναι μια εξερεύνηση στο καμένο πεδίο της απουσίας της αγάπης.

 Μπήκα στον πειρασμό, εδώ, να σας αντιγράψω ένα μήνυμα από το κινητό μου, που μου το έστειλε πριν λίγες μέρες μία φίλη με αφορμή το βιβλίο της Λουκίας: Ο καιρός του έρωτα, δεν είναι ποτέ καιρός χαμένος, έλεγε το μήνυμα.

Στο «Κράτησε με» μία παραγωγός ραδιοφωνικής εκπομπής, η Ιουλία, χάνει τον πατέρα της. Αποφασίζει τότε να δημιουργήσει μια ιστοσελίδα που οι ακροατές θα λένε τις δικές τους ιστορίες απώλειας.

Με αυτό τον τρόπο έχουμε την προσωπική ιστορία της Ιουλίας, που κάθε τόσο διακόπτεται ή συμπληρώνεται από τις μικρές ιστορίες των ακροατών της, αυτών που δέχονται να παίξουν το παιχνίδι της αφής αφού πρώτα έχουν δέσει ένα μαντήλι στα μάτια. Έτσι «το παιχνίδι της αφής» γίνεται «το παιχνίδι της αλήθειας». Εκεί μέσα υπάρχει ατόφια η αληθινή αυτοβιογραφία του συναισθήματος τους.

 

Η γραφή δεν έχει τίποτα περιττό. Είναι κοφτή, απογυμνωμένη και συχνά ασθματική, που να σου μεταδίδει την ένταση.

Ο χρόνος της αφήγησης είναι ο χρόνος της συναισθηματικής μνήμης

 Η Ιουλία 14 ετών παρακαλά ένα αγόρι να κοιμηθεί μαζί της. Ο λόγος δεν είναι ούτε η εφηβική περιέργεια, ούτε ο έρωτας, αλλά η απόφαση να πάψει να είναι παρθένα. Μία πρώτη βιαστική ερμηνεία της απόφασης της δεκατετράχρονης, από μια κοινωνία γεμάτη συμβάσεις και μικροαστικές αντιλήψεις θα μπορούσε να είναι ο κυνισμός, θα μπορούσε επίσης να φανεί ακατανόητη. Κάθε άλλο όμως από κυνική είναι, η Ιουλία. Είναι απελπισμένη. Δεν είναι παρά μία έκρηξη υπερβολικής ευαισθησίας και αυτοπροστασίας. Κραυγή για βοήθεια και εξέγερση μαζί για έναν αδιάφορο κόσμο, ερμητικά κλειστό και κουφό στις εκκλήσεις για βοήθεια των πιο ευαίσθητων μελών του. Αυτών που δεν θα διστάσουν ακόμη και να αυτοτραυματιστούν.

Θα μπορούσε να είναι επίσης διαμαρτυρία για την αφιλόξενη πόλη που μπορεί να σε συνθλίψει μέσα στην ψυχρότητα της. Η Ιουλία προσπαθεί να πολεμήσει τη βία με τη βία. Ένα κορίτσι, εν ολίγοις, σαν από παλιά ταινία του Τζέιμς Ντην, για τα οργισμένα νιάτα.

 Η Ιουλία 16 ετών φεύγει από το σπίτι της. Συνεχίζει να είναι εξεγερμένη ενάντια σε όλους τους κανόνες.

Και μετά το ταξίδι με το τρένο. Η συνάντηση με ένα άγνωστο στη διαδρομή μου έφερε στο νου τον αποσπασματικό και γεμάτο αίσθημα και εξομολογητική εχεμύθεια λόγο της Μαργκερίτ Ντυράς. Τους μοναχικούς έρωτες όταν ο κόσμος γύρω σου παύει να υπάρχει για λίγο. Ή σαν γαλλική ταινία που όλα γίνονται πίσω από νοτισμένα τζάμια και ο φακός κάνει ζουμ στα πρόσωπα.

 

Ο αναγνώστης είναι σαν να παρακολουθεί την παλινδρομική κίνηση του φακού από την Ιουλία, όπως βρίσκεται μπροστά στην κονσόλα του ήχου σε ένα χιονισμένο τοπίο. Υπάρχει ομίχλη και ο ορίζοντας χάνεται. Η περιγραφή του τοπίου μου έφερε στο νου μία μαυρόασπρη φωτογραφία που είδα κάποτε. Ήταν η φωτογραφία ενός χωμάτινου δρόμου που το τέλος του χανόταν στο άπειρο. Σε αυτόν το δρόμο δεν υπήρχε ούτε ένας άνθρωπος, ούτε κτίσματα δεξιά κι αριστερά, ούτε δέντρα και είχε τον τίτλο «Ο πιο μοναχικός δρόμος του κόσμου». Κι αν ήταν να βάλω τίτλο σε αυτά που σας λέω σήμερα, θα έβαζα αυτόν.

 Το βιβλίο δεν είναι ένα βιβλίο όπως τα έχουμε συνηθίσει, δηλαδή με αρχή, μέση και τέλος. Αποτελείται από ένα παλίμψηστο προσώπων και θραύσματα αισθημάτων. Είναι οι κατακερματισμένες εικόνες και τα γεγονότα της ζωής της Ιουλίας που κάθε τόσο ανάμεσα τους εισχωρούν οι κατακερματισμένες εικόνες και τα γεγονότα της ζωής των ακροατών της.

Και πάνω απ’ όλα είναι η πάλη της Ιουλίας με την τραυματική και εξεγερμένη παιδική της ηλικία που οι ίδιοι οι γονείς όπως συμβαίνει συχνά δεν το καταλαβαίνουν ούτε όταν συμβαίνουν τα πράγματα, ούτε μετά.

Και είναι κακό βέβαια να υπάρχουν αυτά τα τραύματα. Είναι όμως τα τραύματα, αυτά ακριβώς, που δημιουργούν τις εμμονές μας. Και χωρίς δισταγμό θα πω: ότι είναι οι εμμονές που δημιουργούν την τέχνη.

Όταν η μητέρα του Σαρτρ διάβασε το βιβλίο του «Λέξεις» σχολίασε: «Ο Πουλού δεν κατάλαβε τίποτα από τα παιδικά του χρόνια!»

Το ίδιο και η μητέρα της Ντυράς, εξοργίστηκε όταν η κόρη της, της πήγε μια μέρα «Το φράγμα στον Ειρηνικό,  και την κατηγόρησε πως είπε ψέματα και πως στο τέλος-τέλος δεν έγραφε παρά για το πτώμα του κόσμου κι, επίσης για το πτώμα της αγάπης.

 

Πριν τελειώσω, θα ήθελα να σας μεταφέρω μια εικόνα από το βιβλίο:

Η Ιουλία 14 ετών βρίσκεται με τον πατέρα της στο αεροδρόμιο μιας μεγάλης ευρωπαϊκής πόλης. Την αποχαιρετά, αλλά εκείνη δεν θέλει να φύγει. Γαντζώνεται πάνω του, τον ικετεύει να την αφήσει να μείνει μαζί του. Εκείνος δεν κάμπτεται. Της λέει, ότι δεν ξέρει τι να την κάνει. Στην πραγματικότητα ήθελε η μάνα της να στείλει το γιο του, αλλά έστειλε το κορίτσι που τώρα τον ικετεύει να μείνει μαζί του. Είναι αποφασισμένος να την αφήσει να φύγει, και αυτό κάνει. Παρακολουθούμε τον πατέρα να απομακρύνεται πάνω στον μεταλλικό διάδρομο του αεροδρομίου, και το κορίτσι να στέκεται μόνο και ανήμπορο ανάμεσα στα πράγματα του.

 Λίγο καιρό μετά παρακολουθούμε την Ιουλία να έχει μαζέψει τα πράγματα της και να φεύγει από το σπίτι της. Η μάνα της τώρα είναι εκείνη που την παρακαλά να μείνει. Ωστόσο η Ιουλία της λέει μια φράση που μου καρφώθηκε στο μυαλό: «Μαμά, είπαμε, εγώ τυχαία ήμουν εδώ. Δεν μένω πια εδώ!»

Μία μάνα που πιστεύει ότι κατέχει τα παιδικά χρόνια του παιδιού της δεν είναι εκ φύσεως η πλέον κατάλληλη να καταλάβει τα λόγια του, όταν πια η ιστορία είναι τελειωμένη.

Αυτό συνέβη με τη μητέρα του Σαρτρ, με τη μητέρα της Ντυράς, το ίδιο και με τη μητέρα της Ιουλίας…

 

 Τίτσα Πιπίνου

 

ΦΩΤΗΣ ΚΑΓΓΕΛΑΡΗΣ

Ο Φρόιντ έλεγε ότι όταν ένας καλλιτέχνης καταπιάνεται με ένα θέμα έχει να πει πολύ περισσότερα πράγματα για αυτό το θέμα από έναν ψυχίατρο όσους τόμους και να γράψει ένας ψυχίατρος και όχι μονό αυτό αλλά με το να καταπιάνεται ένας καλλιτέχνης με ένα θέμα μέσα από την ανάλυση την οποία κάνει προσφέρει κατά κάποιο τρόπο και τη θεραπεία άμεσα από αυτά τα οποία λέει. Το μονό που μπορώ να πω η Λουκία καταπιάστηκε με ένα από τα πιο συγκλονιστικά θέματα της ανθρώπινης ύπαρξης το θέμα της απώλειας το οποίο φαντάζομαι ότι ξέρετε όλοι ότι είναι αυτό που κάνει τον άνθρωπο που κάνει την ανθρώπινη ύπαρξη να κινείται να υπάρχει να ζει Η απώλεια είναι εκείνη η οποία αφού ξεπεραστεί μας επιτρέπει να βρισκόμαστε σε καινούργιες μορφές σχέσεων σε καινούργια σχέση με το εαυτό μας να διασχίζουμε τον χρόνο να επινοούμε τις επιθυμίες εκείνες οι οποίες θα μας κάνουν να είμαστε ζωντανοί από τη γέννηση μας ως τον θάνατο. Η απώλεια είναι ίσως το πιο καθοριστική και συγκλονιστική διαδικασία στη ζωή του ανθρώπου Θα έλεγα ότι μας συνοδεύει διαρκώς ακόμα και τις στιγμές και τις φορές που δεν το καταλαβαίνουμε ότι πρόκειται για κάτι τέτοιο Σκεφτείτε ότι η απώλεια και για καλό λόγω ακόμα το να παντρευτεί κάποιο παιδί και να φύγει από την οικογένεια επιφέρει στους υπολοίπους μια θλίψη μια λύπη ζουν την απώλεια μέχρι να καταφέρουν πάλι να ανασυγκροτήσουν την εικόνα του εαυτού τους και να προχωρήσουν πάλι προς νέες σχέσεις και νέες καταστάσεις. Φώτης Καγγελάρης Δρ Ψυχοπαθολογίας

 

ΣΟΦΙΑ ΝΙΚΟΛΑΙΔΟΥ

Θα αρχίζω με μια φράση, που ίσως ακουστεί παράδοξη: Από τον 20ο αιώνα κι έπειτα, η αλλαγή που συντελέστηκε στο μυθιστόρημα οφείλεται κατά κύριο λόγο στο σινεμά. Ο γκρεμός που χωρίζει τα μυθιστορήματα του 19ου αιώνα από τα αντίστοιχα του 20ου ή τα σύγχρονά μας μυθιστορήματα είναι ακριβώς αυτός: μεσολάβησε ο κινηματογράφος. Ποτέ μια πόρτα δε θα κλείνει πια με τον ίδιο τρόπο. Ποτέ μια περιγραφή δέντρου δε θα είναι ίδια. Μάθαμε το αφηγηματικό μοντάζ. Το βλέμμα μας έχει εκπαιδευτεί στο σινεμά. Διαβάζουμε, και ορισμένοι γράφουμε κιόλας, με τρόπο κινηματογραφικό.

Αυτός είναι ο λόγος της ισχυρής έλξης ανάμεσα σε συγγραφείς και κινηματογραφιστές. Υπάρχει βέβαια και ένας άχαρος, καθαρά βιοποριστικός λόγος. Η εικόνα έχει λεφτά. Πληρώνει, συνήθως, καλύτερα. Όμως η ακαταμάχητη έλξη των συγγραφέων προς τον κινηματογράφο –και των κινηματογραφιστών αντίστοιχα προς τους συγγραφείς- έχει να κάνει με μια ιδιότυπη και άκρως ωφελιμιστική μαθητεία: οι συγγραφείς μαθητεύουν στην εικόνα - και οι κινηματογραφιστές στο λόγο.

Το βιβλίο της Λουκίας Ρικάκη «Κράτησέ με» αποτελεί το σενάριο της ομώνυμης ταινίας της και συνοδεύεται από το οικείο μουσικό σιντί. Όμως είναι ένα σενάριο ιδιότυπο, που πατάει με τα δυο του πόδια στην αφήγηση. Εικόνες και επιστολές, διάλογοι, σκηνικές οδηγίες, σκόρπιες φράσεις. Η Λουκία Ρικάκη πατάει σε ένα κείμενο υβριδικό, που γίνεται η πρώτη ύλη στην ταινία της.

Η ιστορία έχει ως εξής: μια παραγωγός ραδιοφωνικής εκπομπής χάνει τον πατέρα της. Ξαφνικά. Δημιουργεί μια ιστοσελίδα, στην οποία οι ακροατές στέλνουν τις ιστορίες τους. Όλες τους ιστορίες απώλειας. Οι άνθρωποι που μοιράζονται τις προσωπικές τους ιστορίες συναντιούνται. Παίζουν το παιχνίδι της αφής. Συμφιλιώνονται με το παρελθόν. Συνεχίζουν τη ζωή τους.

Το σενάριο συναιρεί την ιστορία της ηρωίδας, της Ιουλίας, με τις ιστορίες και τις αφηγήσεις των ακροατών. Έτσι πλέκεται μια συλλογική αφήγηση αλλά και μια πολυπρόσωπη εικόνα, με θέμα την απώλεια. Όμως ας αφήσουμε την κριτική στους μασίφ κριτικούς κι ας παίξουμε ένα παιχνίδι. Ας υποθέσουμε ότι διαφορετικοί άνθρωποι πιάνουν στα χέρια τους το αφήγημα-σενάριο της Ρικάκη. Τι θα μας έλεγαν;

 

Νίκος Παυλόπουλος, επονομαζόμενος Nick the Pick, δεκαεξάχρονος λυκειόπαις σε ιδιωτικό σχολείο:

-Κοίτα, εγώ ελληνικά δε βλέπω στο σινεμά. Δε βλέπω με τίποτα. Βαριέμαι, σου λέω. Ελληνικά βλέπει η μαμά μου, κατάλαβες; Αλλά αυτό το βιβλίο είχε ωραίο εξώφυλλο. Το βρήκα στο σπίτι και το βούτηξα. Ε, άμα το έλεγα, θα άρχιζαν οι ερωτήσεις και το πρήξιμο. Στο εξώφυλλο είχε εκείνη την κοπέλα με δεμένα μάτια. Ύστερα πρόσεξα τους γυμνούς στο κάτω μέρος. Σ’το λέω, γιατί εγώ τα προσέχω αυτά, πάντα τα προσέχω, αλλά με τράβηξε η κοπέλα με τα μαύρα και τους είδα μετά. Είχε και φωτογραφίες στο τέλος και στίχους, δεν ήταν όλο λόγια βαρετό. Όχι δεν κατάλαβα και πολλά. Αλλά δεν έχει σημασία. Έκλεψα κάτι φράσεις και τις είπα στη Λίλα. Ποια είναι η Λίλα. Ε, μα είσαι βλάκας εσύ. Η Λίλα, ντε. Η πιο χάι γκόμενα στην τάξη. Δε με κοιτάει, με λέει νιάνιαρο. Αλλά εγώ τις πέταξα τις φράσεις του βιβλίου και τσίμπησε. Της άρεσαν, πολύ της άρεσαν. Φυσικά, της είπα ότι είναι δικές μου. Με κοίταξε με τις ματάρες, ζαλίστηκα. Το πίστεψε. Το Σάββατο έχουμε ραντεβού. Ρικάκη είπες τη λένε; Δώσε της χαιρετίσματα από τον Nick the pick. Πες της ότι γράφει γαμάτα. Γαμάτα, λέμε.

 

Νικήτας Μάτσης, πανεπιστημιακός, 52 χρονών:

-Εγώ δε διαβάζω βιβλία. Μόνο επιστημονικά, για τα paper. Δεν έχω χρόνο. Αυτό μου το χάρισε η Μαρία. Είπα ευχαριστώ και το έβαλα στην άκρη. Στο κομοδίνο, να το βλέπει, όταν έρχεται. Όλο ρωτούσε αν το διάβασα. Για χάρη της το έκανα, μη νομίζεις. Περίεργο βιβλίο. Το διάβασα ολόκληρο. Είχα σκοπό να πηδήξω σελίδες, ξέρεις, να κρατήσω μερικές φράσεις, για να τις πετάξω την κατάλληλη στιγμή και να νομίσει η Μαρία ότι ασχολήθηκα. Αλλά το διάβασα. Όλες τις φράσεις στη σειρά. Δεν ήταν γραμμένο γυναικεία, ξέρεις σιροπιαστά, με πολλές αισθηματολογίες και ανούσια λόγια. Είχε μια περίεργη γοητεία, μια τρυφερή σκληρότητα. Μετά σκέφτηκα ότι μου άρεσε που μου έκανε τέτοιο δώρο η Μαρία. Χίλιες φορές καλύτερα από τη γραβάτα της Τζένης και την καφετιέρα της Ζωής. Να ένα δώρο με προσωπικότητα. Όσο το σκέφτομαι, καλύτερα να πάω με τη Μαρία διακοπές στην Πάρο. Τουλάχιστον δε θα είναι βαρετά. Με σκοτώνει η πλήξη με τις γκόμενες.

 

Μάνος Τζήκας, σκηνοθέτης, 64 χρονών:

-Αυτή η μικρή έχει κάτι. Το είχα πει από την αρχή. Αλλά, βρε παιδί μου, δεν είναι δουλειά για γυναίκες. Μην το γράψεις αυτό, μεταξύ μας το λέω. Ξέρεις η δουλειά μας έχει πολλά λόγια. Λόγια του αέρα δηλαδή. Γι’ αυτό δε μου αρέσει να λέω πολλά. Και τους αλλάζω τα φώτα στα σενάρια. Ούτε που τους ρωτάω, σιγά μην τους ρωτήσω. Στο σινεμά αφεντικό είναι ο σκηνοθέτης. Όλοι οι άλλοι είναι δούλοι. Εργαλεία της δουλειάς. Ούτε κι αυτό να το γράψεις, έτσι; Α, για το σενάριο λέγαμε. Λοιπόν, αυτό το κορίτσι έχει κάτι. Εγώ δε γυρίζω τέτοια έργα, ξέρεις, σαν τα δικά της. Αλλά τα δικά της τα βλέπω. Έχουν μια δύναμη, μια εμμονή στο σώμα. Αυτό να το γράψεις. Κινηματογράφος χωρίς βλέμμα και χωρίς εμμονή δε γίνεται. Αυτή τα έχει και τα δυο. Κι αυτό να το γράψεις. Δικιά μου φωτογραφία θα έχεις στο δημοσίευμα;

 

Ιζόλδη Νικητιάδη, κριτικός κινηματογράφου, 43 χρονών:

-Ό,τι και να λένε στην ανάγκη μας έρχονται. Όλοι τους. Μας βρίζουν, όμως πάντα από πίσω. Εμείς τους βρίζουμε από μπροστά. Για τη Ρικάκη με ρώτησες; Ναι, είδα που κυκλοφόρησε το σενάριο. Καλόγουστη έκδοση και πολύ ενδιαφέρον υλικό. Το θέμα, η δομή, ο τρόπος που δούλεψε. Όχι, δεν το έγραψα. Γιατί να το γράψω; Κρατάω κι εγώ τις ισορροπίες μου. Θα γράψω για την επόμενη. Δεν πρέπει να είσαι καλός μαζί τους, σηκώνουν κεφάλι. Μια στο καρφί και μια στο πέταλο, η καλύτερη τακτική. Να έχουν την ανάγκη σου. Καλλιτέχνες και φούμαρα. Εμείς τους φτιάχνουμε. Το ξέρουν και μας φοβούνται.

 

Σοφία Νικολαΐδου συγγραφέας

Και τώρα, όλοι αυτοί οι τύποι, θέλουν να ρωτήσουν την Ρικάκη μερικά πράγματα. Είναι ευκαιρία, την έχουν δίπλα τους. Ας τους ακούσουμε:

-Nikc the Pick: Και δε μου λες; Πώς σου κατέβηκε αυτή η ιδέα για την ταινία; Κι αυτές οι εικόνες, από πού ήρθαν;

-Νικήτας Μάτσης: Γιατί αποφάσισες να κάνεις την ταινία βιβλίο; Δε σου φάνηκε κουτσό πράγμα μόνο του χωρίς τις εικόνες που το συνοδεύουν; Ή έχει αυθύπαρκτη λειτουργία αυτό το ψαχνό κείμενο;

-Μάνος Τζήκας: Ποια ήταν η πιο δύσκολη και η πιο ευφρόσυνη στιγμή, όταν έγραφες το σενάριο, καλή μου;

-Ιζόλδη Νικητιάδη: Κυρία Ρικάκη, το credo σας για τον κινηματογράφο, παρακαλώ…

 

ΛΕΛΑ ΚΕΣΙΔΟΥ

Την Λουκία την ξέρω από 14 ετών και την αγαπάω.

Σε μία παρουσίαση βιβλίου, όταν καλείσαι να πεις την κουβέντα σου, συνήθως μιλάς για το ύφος, αναλύεις κλπ. Προσωπικά δεν νομίζω ότι είμαι η κατάλληλη για κάτι τέτοιο.Εγώ πλάνταξα στο κλάμα και λυτρώθηκα μαζί διαβάζοντας το βιβλίο.

Με συγκίνησε πολύ, και όσο περνάει ο καιρός από τότε που το διάβασα με συγκινεί ακόμα περισσότερο, όταν το σκέφτομαι.

Η σύλληψη να βγει ένα βιβλίο και μία ταινία συμμετοχικά μέσα από το διαδίκτυο είναι μία επανάσταση.

Η Λουκία κατάφερε να συντονιστεί και να συντονίσει ανθρώπους σ΄ένα θέμα κοινό.

Κατάφερε να τους κινητοποιήσει να πουν τον πόνο τους για τη δική τους απώλεια.

Κατάφερε να απενοχοποιήσει το διαδίκτυο και την τεχνολογία και απέδειξε ότι αυτή είναι ουδέτερη και μπορεί όποιος έχει το ταλέντο και τα κότσια να την κάνει όχι μόνο χρήσιμη τεχνοκρατικά, αλλά και ανθρώπινη, λυτρωτική, ευαίσθητη και εξομολογητική.

Αυτή είναι η σύγχρονη ματιά της Λουκίας, η γρήγορη που πιάνει τις ταχύτητες και τις χρησιμοποιεί στην υπηρεσία της ψυχής.

Ελάτε να τα πούμε παιδιά, να πούμε τον πόνο μας για τις απώλειές μας, να τον μοιραστούμε να κρατηθούμε από το κλάμα μας και να στεγνώσουμε τα δάκρυά μας μαζί. Στόχος είναι η ανακούφιση που έρχεται με το μοίρασμα, στην εποχή της μοναξιάς.

Και επειδή την ξέρω καλά, πίσω από το συναισθηματικό εγχείρημα του «ελάτε να συνομολογήσουμε την απώλειά μας» κρύβεται η πολιτική της ταυτότητα η ματιά για τη ζωή, που τη θέλει συμμετοχική, διαδραστική, και ισότιμη.

Έθεσε τον εαυτό της στο ρόλο της συντονίστριας σ΄ ένα κάλεσμα για συμμετοχή επί ίσοις όροις. 

Αν αυτό δεν είναι πολιτική θέση και αριστερή οπτική για τη ζωή τότε τι είναι;

Οι περισσότεροι είμαστε ένα μάτσο παράπονα, που η εποχή μας έκανε αδρανείς, που μας στέρησε το όραμα για έναν καλύτερο κόσμο και σου ξεπετάγεται ξαφνικά μία Λουκία που επιμένει να κάνει το όραμα πράξη και έρχεται γυμνή με την αλήθεια της να σε ταρακουνήσει και να σου πει ότι οι ανάγκες δεν άλλαξαν και ότι ο τρόπος για να μιλήσουμε είναι πολύ απλός :

Μία ιστοσελίδα ένα κάλεσμα και να τη η ταινία νάτο και το βιβλίο, το παίρνει και παραμάσχαλα το διαδίδει και μας φωνάζει να μην γκρινιάζουμε, γιατί από όλους μας βγαίνει το κράτησέ με.

Εγώ την ευχαριστώ δημόσια και επισήμως που με κρατάει με το κράτησέ με, ανακουφίζοντας την καθημερινή μου πεζότητα.

Την ευχαριστώ που τις απώλειές μου μπορεί να τις κάνει ποίηση.

Την ευχαριστώ θερμά που δεν άλλαξε σε τίποτα από αυτά που πίστευε όταν ήμασταν μικρές .

Αντίθετα τα όσα πίστευε τα εξέλιξε, τα εδραίωσε καλύτερα και με την καλλιτεχνική της δουλειά τα ομόρφυνε. Δεν μάσησε σε τίποτα η φίλη μου. Πάντρεψε τη δουλειά της με τα πιστεύω της . Τίποτα άχρηστο, τίποτα που να μην είναι βαθιά ανθρώπινο και πολιτικό, τίποτα που να είναι πρώτα εμπορικό και μετά επιλογή συντονισμένη με το μέσα της.

 

Η αφιέρωση

Στη Λέλα

γιατί τα μονοπάτια που περπατήσαμε

μαζί με ανέμελη ξυπολυσιά, μας

υποχρεώνουν σ΄ ένα αέναο ρομαντισμό

σε μια ανήσυχη περιέργεια και γλύκα

μας κάνουν ν΄ αγαπάμε μ΄ εκείνη την 

τρυφερότητα που γεμίζει την καρδιά

και την ξεχειλίζει με μυρωδιές της άνοιξης

εκεί όπου το φως του ήλιου αποκαλύπτει

ότι όμορφο έχουν οι όγκοι της ύπαρξης

τα τοπία της φύσης.

Αχ και τι είναι ο χρόνος αν

βρισκόμαστε έτσι σα να μην πέρασε

μια μέρα για να αλλάξει τα χρώματα

που αγαπήσαμε

σ΄ αγαπάω σαν την αλήθεια και την ιστορία μας

Λουκία 23-3-2007

 

Θα ακουστεί εφηβικό, αλλά θα το υποσχεθώ. Εγώ θα σε κρατήσω για πάντα.

Λέλα Κεσίδου δημοσιογράφος

Πληροφορίες Koyinta

Off Canvas sidebar is empty