{mosimage}Ο Φοίβος Δεληβοριάς γιορτάζει την κυκλοφορία του νέου του cd «ΕΞΩ»
(μετά από 4 ολόκληρα χρόνια!) και σας προσκαλεί σε μία μοναδική
συναυλία- party, στην «ΠΟΛΙΤΕΙΑ», στην Πάτρα.Μαζί με το πενταμελές συγκρότημά του θα σηκώσουν τραπέζια και καρέκλες,
παρουσιάζοντας όλα τα νέα τραγούδια και τις ιστορίες τους,
ξαναπαίζοντας με καινούργιο τρόπο τα παλιά και καλώντας τον κόσμο να
χορέψει μέχρι πρωίας, αφού μετά τη συναυλία η σκυτάλη θα δοθεί στους
DJs του «Κορμοράνου».
Ελπίζουμε να μη μείνουμε απ’ «ΕΞΩ»!
{mosimage}
Το συγκρότημά του αποτελούν οι:
Βασίλης Πιερρακέας – κιθάρες, τραγούδι, ενορχηστρώσεις
Aλέξανδρος Λιβιτσάνος – πλήκτρα
Γιώργος Γιαννόπουλος – πνευστά
Χρήστος Ζερβός- μπάσο
Γιώργος Καρλής- τύμπανα
Παίζουν οι DJs:
Blue Lagoon
Las patatas fritas
ΝeaTPermaiK
Τον ήχο επιμελείται ο Γιάννης Πετρόλιας.
Τέσσερα χρόνια μετά την κυκλοφορία του «Καθρέφτη», βαριεστημένος απ' το στρίμωγμα σε δωμάτια, chat rooms, συμπιεσμένες μορφές μουσικής και βιντεάκια κινητών, ο Φοίβος Δεληβοριάς αποφάσισε να βγει και πάλι «Έξω». Προς μεγάλη του έκπληξη, είδε ότι ο πραγματικός κόσμος ήταν πάντα εκεί, τρισδιάστατος; σέξι και χρωματιστός. Σε μια παρατεταμένη βόλτα που κράτησε πολλά μερόνυχτα
{mosimage}-είδε τα σπίτια των μαϊντανών της τηλεόρασης εγκαταλελειμμένα και αποφάσισε να τα ληστέψει, μαζί με τις γυναίκες τους.
-ερωτεύτηκε -κατά την μακρά αθηναϊκή παράδοση- μια Θεσσαλονικιά.
-είδε το κτίριο μιας ερειπωμένης δισκογραφικής να διώχνει μακριά τα
ρεφραίν της, για να μην την δουν να γκρεμίζεται.
-είδε ολοζώντανη σε κάποια καφετέρια την απόλυτη θεά των βιντεοταινιών
του '80 Βίνα Ασίκη και την παρακάλεσε να επιστρέψει
-είδε μια τεράστια πορεία από νεαρά παιδιά να διαδηλώνουν για την
αλλαγή των λέξεων που δεν σημαίνουν τίποτα πια
-αποφάσισε ότι το μεγαλύτερο σουξέ που έχει ακούσει, είναι η φίλη του η Έλσα
- πέρασε μιαν ολόκληρη βραδιά στην Πέρα Χώρα των απαγορευμένων απολαύσεων
Και τέλος, χαζεύοντας και βραδυπορώντας, έφτασε στον τελικό προορισμό του. Ένα υπαίθριο στούντιο, όπου παρέα με τον Βασίλη Πιερρακέα και το γκρουπ από τις συναυλίες, ηχογράφησαν το σημειωματάριο της βόλτας. α Θύμιος Παπαδόποuλος ήταν εκεί και τους βοήθησε να το κάνουν όπως θέλουν.
Τέλος, 12 νέοι ζωγράφοι, ήδη γνωστά ονόματα στον έξω κόσμο, εικονογράφησαν τα 12 τραγούδια και τα έκαναν και βιβλιαράκι. α Στέφανος Ρόκος έκανε εξώφυλλο και η Άλκηστη Σπηλιώτη έκανε την έκδοση να λάμψει.
Ξαναγυρίζοντας στο σπίτι, έκατσε στο πιάνο και ηχογράφησε πρόχειρα το τελευταίο τραγούδι.
Ο τίτλος ήταν «Το ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΘΑ' ΡΘΕΙ».
Πηγή: www.cosmoradio.gr
Πληροφορίες – Κρατήσεις: 2610342200
Ώρα έναρξης: 10.30μ.μ.
Τιμή εισιτηρίου: 18.00€
Πολιτεία, Ακτή Δημαίων 84
Στην Επόμενη Σελίδα ακολουθεί Βιογραφικό
{mospagebreak}
Ένα παιδί 15 μόλις χρόνων, πήγε μια μέρα μια κασσέτα στον Μάνο Χατζιδάκι και του είπε: "Γεια σας κύριε Χατζιδάκι. Είμαι συνάδελφός σας και θέλω ν’ακούσετε τα τραγούδια μου". Αποτέλεσμα αυτής της τολμηρής κίνησης ήταν η κυκλοφορία (απ’τον Σείριο) του δίσκου "Παρέλαση", έναν χρόνο μετά απ’την αρχική συνάντηση.
Ο Φοίβος Δεληβοριάς γεννήθηκε το 1973 και μεγάλωσε στην Καλλιθέα. Στη μουσική "βούτηξε" από μικρό παιδί, γράφοντας στιχάκια και τραγούδια απ΄τα 12, & κάνοντας μαθήματα κλασσικής κιθάρας & αρμονίας στο ωδείο (κάποια χρόνια δάσκαλός του στην κιθάρα ήταν ο Ορφέας Περίδης). Κι αν πολλά παιδιά ακολουθούν ακριβώς την ίδια πορεία, πολύ λιγότερα είναι τα παιδιά που τόλμησαν να ζητήσουν τη γνώμη του Μάνου Χατζιδάκι στα 15 τους, και ακόμα λιγότερα τα παιδιά που στα 16 τους χρόνια είδαν τον πρώτο τους δίσκο στα δισκοπωλεία.
Πέρασε αρκετός καιρός μέχρι την κυκλοφορία του δεύτερου δίσκου του Φοίβου Δεληβοριά, που έκανε την εμφάνισή του στα δισκοπωλεία το 1995, με τίτλο "Η ζωή μόνο έτσι είναι ωραία". Ένας δίσκος που σήμανε ουσιαστικά την απόφαση του Δεληβοριά να ασχοληθεί πιο επαγγελματικά με τη μουσική. Ο δεύτερος αυτός δίσκος αποτελεί ένα πολύχρωμο puzzle φτιαγμένο από διάφορα μουσικά είδη. Από ραπ (στο "Το’πα Το’κανα" συμμετέχει ο Θανάσης Βέγγος) μέχρι bossa-nova, και από λαϊκό και ρεμπέτικο μέχρι μπαλάντες.
Τρία χρόνια μετά κυκλοφόρησε η επόμενη δουλειά του Φοίβου Δεληβοριά ("Χάλια"), όπου συμμετείχε σ’ένα τραγούδι και η Καίτη Γαρμπή. Ενδιάμεσα, ζωντανές εμφανίσεις με τον Ορφέα Περίδη και τον Διονύση Σαββόπουλο, που τον έκαναν γνωστό στον κόσμο, και αποκάλυψαν έναν τραγουδοποιό με πολύ χιούμορ αλλά και άνεση στον λόγο και στην επικοινωνία με το κοινό. Τα επόμενα χρόνια ο Δεληβοριάς έκανε συναυλίες μόνος του, με το δικό του γκρουπ, ενώ δισκογραφικά συνεργάστηκε (ερμηνεύοντας κάποια τραγούδια) με τον Νίκο Πορτοκάλογλου, τον Βασίλη Καζούλη αλλά και τα Ημισκούμπρια.
Τα τραγούδια του Φοίβου Δεληβοριά στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό στους στίχους, που είναι τις περισσότερες φορές πανέξυπνοι αλλά και αστείοι. Τα θέματά του προέρχονται από τα όσα συμβαίνουν στην καθημερινή ζωή ενός 25χρονου, και τα τραγούδια του μιλάνε για τον έρωτα, για τα πολύβουα club, για τις δυσκολίες μιας γενιάς που ζορίζεται να βρει την ταυτότητά της, καθώς και για διάφορα φαινόμενα της εποχής όπως τις δέσμες και τις πανελλήνιες, την τηλεόραση αλλά και την κοσμοσυρροή στο Κολωνάκι. Ένας πολύ ιδιαίτερος τραγουδοποιός που από νωρίς έδωσε το προσωπικό του στίγμα στον χώρο της ελληνικής μουσικής, και υπόσχεται πολλά για το μέλλον.
Πηγή: www.mic.grwww.mic.gr
Για τον προηγούμενο δίσκο του
‘Εχει μπροστά του συνεχώς έναν καθρέπτη
Λέξεις της καθημερινότητας και σκηνές από καρεδάκια των κόμικς είναι το υλικό του Φοίβου Δεληβοριά.
Κανένας βοηθός δεν υπάρχει
Να πει τι έχεις πάθει, τι σε πόνεσε
Όλα τα παιδάκια στην ηλικία του ήθελαν να γίνουν αστροναύτες, ποδοσφαιριστές ή γιατροί. Αυτός είχε όνειρό του να γίνει σκιτσογράφος, σκηνοθέτης κωμωδιών, κωμικός ή τραγουδιστής.
Στα 9 του χρόνια ξεκινά με δάσκαλο τον Ορφέα Περρίδη και, μακριά από τα βαθιά χασμουρητά των ωδείων, παίζει Beatles κι ακούει ρεμπέτικα, Βαμβακάρη και Ζαμπέτα. Εκτός από τη βαρετή εκμάθηση των κλιμάκων, έρχεται σε επαφή με τα τραγούδια του Καζαντζίδη και τον Ξυδάκη. Διασκεδάζει με τα τραγουδάκια του Λογό και προσπαθεί να γράψει σε παρόμοιο ύφος.
Στα 15 του ακούει τα “Τραπεζάκια Έξω” του Σαββόπουλου και στους στίχους “μοιάζω με κάτι κοριτσάκια που έχουν σύρματα στα δόντια ή σπυράκια” ανακαλύπτει τη λυτρωτική και απελευθερωτική δύναμη του αυτοσαρκασμού. Χαζεύοντας τηλεόραση, πέφτει πάνω σε μια συνέντευξη του Μάνου Χατζιδάκη. Χωρίς να καταλαβαίνει τα περισσότερα από όσα λέει αυτός ο “παράξενος” άνθρωπος, συγκλονίζεται. Το “άβατον” της γονικής δισκοθήκης καταργείται. “Μέχρι τότε, οι δίσκοι των γονιών μου μου ήταν ξένοι, ήταν κάτι αδιάφορο από το παρελθόν. Τότε άγγιξα για πρώτη φορά τους δίσκους του Χατζιδάκη και δεν τους άφησα ποτέ. Διάβασα και το βιβλίο του “Ο Καθρέφτης και το Μαχαίρι και έπαθα σοκ”.
Γράφει σε μια κασέτα μερικά από τα πρωτόλεια τραγουδάκια του. Θέματά του οι εφηβικοί ανεκπλήρωτοι έρωτες με μοιραίες γυναίκες, οι αυτοκτονίες φαντάρων, οι φίλοι του, ο κόσμος μέσα από τα’ μάτια ενός μπερδεμένου παιδιού. “Στα πρώτα 15 χρόνια της ζωής μου, είχα προετοιμαστεί για μια αντίστοιχη συνέχεια. Και ξαφνικά, στα τέλη των 80’s άλλαξαν όλα, ήρθε η ιδιωτική τηλεόραση, επικράτησε αυτός ο κοιμισμένος νεοφιλελευθερισμός, εξέλιπαν τα οράματα, μπήκε η τεχνολογία στη ζωή μας, έπαψα κι εγώ να είμαι παιδί. Αυτή η αμηχανία της μετάβασης από την εφηβεία στην ενηλικίωση, τη συγκεκριμένη εποχή, με σημάδεψε”. Οπλίζεται με θάρρος και με την άγνοια κινδύνου του πρωτάρη και επισκέπτεται τον Χατζιδάκη. Αυτός αναλαμβάνει το ρόλο του μέντορα για τον θρασύ πιτσιρίκο. Σε κάθε συνάντησή τους, του αναθέτει πρωτότυπες εργασίες: του γράφει λίστες με βιβλία, ταινίες, τραγούδια που πρέπει να μελετήσει για να τα συζητήσουν στην επόμενη συνάντηση. “Ήταν μια περίοδος μαθητείας, της καλύτερης δυνατής που θα μπορούσα να έχω. Έτσι γνώρισα τον Μπρασένς, τον Φελίνι και τόσους άλλους. Άλλοι πέφτουν σε εκμαυλιστές, σε ψευδοπροφήτες και κομπογιαννίτες, εγώ είχα την τύχη να κάτσω δίπλα στους καλύτερους δασκάλους”.
Όταν περνά με επιτυχία τις “εξετάσεις”, μόλις 16 ετών, ο Σείριος κυκλοφορεί τον πρώτο του δίσκο με τίτλο “Παρέλαση”, το 1989. Αρχίζουν οι πρώτες συναυλίες, στο πλευρό του Χατζηδάκη. Ακολουθούν οι πανελλήνιες, αποτυγχάνει, ευτυχώς! Γράφει τραγούδια και μελετά αδιάκοπα, διαβάζει ποίηση, βλέπει κινηματογράφο. Ακούει Λένα Πλάτωνος, Τζίμη Πανούση, Tom Waits, Bruce Springsteen, δημοτικά, Άκη Πάνου, Χειμερινούς Κολυμβητές και Αττίκ!
Όταν λοιπόν την πρωτοείδε, ένιωσε πόσο ήτανε ξένος
Την αχρηστία των μαρμάρων και των γλυκών συγχορδιών
Τα ρούχα του και τα μαλλιά του, μοιάζαν μιας άλλης ηλικίας
Ήτανε κάποιος περασμένος κι αυτή ήταν το άγνωστο παρόν
Στους στίχους του αφηγείται τους μεγάλους του έρωτες, πραγματικούς ή εικονικούς, τις ατέλειωτες καθημερινές περιπέτειες αστικής επιβίωσης, με γλώσσα απλή και κοφτερή. “Κάποιοι πιστεύουν ότι για να γράψεις ποίηση πρέπει να χρησιμοποιείς επιτηδευμένα νεοδημοτικιστικές λέξεις των αρχών του αιώνα, όπως μούχρωμα και γλαυκός. Εμένα δε μου έβγαινε έτσι”.
Απόψε φεύγει κάποιο τρένο
Για έναν τόπο ωραίο και ξένο
Αλλά εσύ πρώτη φορά
Νιώθεις πως όλα εδώ συμβαίνουν
Όλα θα ‘ναι πάντα μαύρα
Μα θα κρύβουν μια φωτιά
Από το σύνολο, σχεδόν, των τραγουδιών του απουσιάζει ο θάνατος. “Περισσότερο με απασχολούν τα καθημερινά τεράστια αινίγματα που φέρνει ο χρόνος σε κάθε στιγμή της ζωής. Τα θεωρώ την καλύτερη προετοιμασία, την καλύτερη μελέτη για το αναπόφευκτο. Μέχρι να έρθει ο θάνατος θα ήθελα να ζήσω όλα τα άλλα, αυθεντικά, σαν αιώνια παρόντα. Άλλωστε, ιδιοσυγκρασιακά, θεωρώ τη ζωή μου ως μια συνύπαρξη με τον Άλλο και όχι μια πορεία προς το Τέλος”. Το ’95 κυκλοφορεί τον δεύτερο δίσκο του. “Η Ζωή Μόνο Έτσι Είναι Ωραία”. Σύμμαχοί του ο “παιδικός μου φίλος” Θανάσης Βέγγος που τραγουδά ένα μοναχικό ραπ σε πείσμα της γκλαμουριάς της Ποσειδώνος και η Ελένη Τσαλιγοπούλου. Οι επιρροές του διευρύνονται, Laurie Anderson, Lou Reed, Nick Cave, Leonard Cohen.
Πριν βγω στη σκηνή νιώθω χάλια
Ο Σαββόπουλος τον καλεί να συμμετάσχει στη μουσική παράσταση “Ανοιξιάτικο Τραύλισμα”. Η εμπειρία της σκηνής τον συγκλονίζει. “Είμαι ήπιων τόνων, αρκετά εσωστρεφής μέχρι να βγω στη σκηνή. Μόλις ανεβαίνω στη σκηνή και βλέπω τον κόσμο, τους φίλους μου, τους ανθρώπους που ήρθαν να με ακούσουν, γίνομαι άλλος άνθρωπος. Θέλω να κάνω ό,τι μπορώ για να τους ευχαριστήσω”.
Ξεκινά η δική του μουσική παράσταση, “Χάλια”. Συναυλίες σε όλη την Ελλάδα. Το υλικό συγκεντρώνεται και το 1998 κυκλοφορεί ο τρίτος του δίσκος. Μαζί με τους φίλους του, τον κολωνακιώτη σκύλο Βαγγέλη, τη γυναίκα του Πατώκου (“ναι, είναι υπαρκτό πρόσωπο!”), τον πατέρα του, την κάθε “εκείνη”, τις γυναίκες που σημάδεψαν και θα σημαδεύουν πάντα τη ζωή του, την Καίτη Γαρμπή σε ένα βαρύ ζεϊμπέκικο και τον ξενιτεμένο διπλοπαντρεμένο, δημιουργεί ένα αριστουργηματικό σύνολο που προκαλεί αίσθηση με την ειλικρίνεια της γραφής και τη μουσική του ευελιξία. “Ποτέ δε με συγκίνησε η περιχαράκωση του έντεχνου, το θεωρούσα περισσότερο ένα υφολογικό είδος. Με ένα και μόνο είδος μουσικής που επαναλαμβάνεται, παρά το σεβασμό που νιώθω, περιορίζεις τις δυνατότητές σου. Για να μπορέσεις να πεις αυτό που θες, όπως ακριβώς το θες, πρέπει να τραβάς πολλούς δρόμους”.
Ανήκω κι εγώ στη σωρεία των ανθρώπων
που βλέπουν το στρατό σαν κάτι άχρηστο εντελώς
Ακολουθεί ο στρατός. “Κλείστηκα πολύ στον εαυτό μου. Φιλοσόφησα πολλά πράγματα. Συναντήθηκα με ανθρώπους που δε θα τους γνώριζα ποτέ στο μικρόκοσμό μου, εκεί έξω. Μελέτησα πολύ. Εκμεταλλεύτηκα το χαμένο χρόνο της θητείας για να σκεφτώ. Σε τέτοιες περιστάσεις, με τα κατάλληλα φίλτρα βέβαια, καταλαβαίνεις τι πρέπει να υπερασπιστείς, σε τι να εναντιωθείς, μιλώντας πάντα με κοινωνικούς όρους. Αλλιώς καραδοκεί η παγίδα του ναρκισσισμού. Το θέμα είναι να μην αποκόπτεσαι από το σύνολο.” Κατά τη διάρκεια της θητείας του γράφει συνεχώς τραγούδια.
Χριστούγεννα
Δεν περιμένω όμως τίποτα πια
Τον Αη Βασίλη απλώς τον λέγαν μπαμπά
Κι είν’ ένας πρώην Έλλην αριστερός
Ένας θνητός
Με τ’ όνειρό του δίχως στέγη καμιά
“Παραμονή Χριστουγέννων με φώναξε ο διοικητής και μου ζήτησε να γράψω σε 24 ώρες ένα τραγούδι για τη γιορτή της επόμενης ημέρας. Θα τα καταφέρεις, μου είπε, έχεις ταλέντο εσύ. Με έβγαλε, μάλιστα, ελεύθερο υπηρεσίας. Έμεινα άγρυπνος όλη νύχτα, παρέα με την κιθάρα μου. Το αποτέλεσμα ήταν ένα πολύ θλιβερό, μαύρο τραγούδι, τα Χριστούγεννα. Θα χόρευαν κάτι γελοίοι αξιωματικοί σαν τραγιά κι εμείς θα παίζαμε θέατρο. Δεν τόλμησα να το παίξω στη γιορτή, αυτοί ήθελαν χαρές και πανηγύρια, θα τους χάλαγα το πάρτι…”. Τελειώνει τη θητεία του και αρχίζει τη μουσική παράσταση ΚΨΜ. Ντυμένος με στρατιωτική στολή τραγουδά την Υβρεοπομπή, έναν ύμνο στην εφευρετικότητα και την λεξοπλαστική του φαντάρου, ένα ακατάσχετο υβρεολόγιο, μια από τις λίγες μνήμες που κρατά κάθε φαντάρος ζωντανές για πάντα…
Μα εγώ θα κάνω τον καθρέφτη μου κομμάτια
Ξέρω ότι αυτό που κρύβει πίσω του είσ’ εσύ
Το 2003 κυκλοφορεί τον «Καθρέφτη». Ανακατεύει τα MP3 με τη μουσική του Dylan, τα SMS με τους πορτιέρηδες των κλαμπ, τα τσιπς και τις σοκοφρέτες με τον Κλίντον και τα παινεμένα μουνόπανα… Στην «Επίσκεψη του Καίσαρα», μονολογεί στο ρόλο του Σημίτη μετά από ένα καβγαδάκι του με τη Δάφνη:
Κάποτε δε θα ζούμε τόσο αφύσικα
Θέλω να κλάψω μα είμαι γελαστός
Είμαι ο Έλληνας πρωθυπουργός
Κάπου στη γη στα βάθη της νυκτός
Είμ’ ένας Έλληνας πρωθυπουργός
Το 2004 τον βρίσκει στο Μετρό. Μια κόμικς παράσταση σε συνεργασία με τον Ζακ Στεφάνου και την ομάδα του περιοδικού Subart, με κόμικς σκηνικά, κόμικς πρόγραμμα και κόμικς αναφορές. «Μεγάλωσα με τα κόμικς, μικρός με τον Carl Barks, τον Gosciny, τα Looney Tunes, μεγαλύτερος με τη Βαβέλ, τον Ιωάννου, τον Καλαϊτζή τον Αρκά. Οι μεγάλες μορφές των κόμικς, ο Lauzier, o Reiser, o Alan Moore είναι πάντα δίπλα μου, στις κοφτές λέξεις των τραγουδιών μου, στην εικονοποιία κλπ».
Σήμερα προετοιμάζει τον νέο του δίσκο, που αναμένεται να κυκλοφορήσει στα τέλη του 2006. “Ποτέ δεν υπέγραψα συμβόλαια για συγκεκριμένη περίοδο κυκλοφορίας δίσκου. Δεν μπορώ και δεν θέλω να βγάζω ένα δίσκο το χρόνο, για να είμαι πάντα στην επικαιρότητα”. Προτιμά να κάνει, όταν το θελήσει, κάποια συναυλία ή να βοηθά με την παρουσία του κοινωνικούς αγώνες όπως η κινητοποίηση των κατοίκων των νοτίων προαστίων ενάντια στην οικοπεδοποίηση του παλαιού αεροδρομίου. Είναι ένας ευγενής και ντροπαλός δημιουργός, αντίβαρο στη σκυλάδικη ισοπέδωση και τον αυτάρεσκο feaux λυρισμό, που μπορεί να μιλά με τόση ειλικρίνεια και τόσο ρομαντισμό χωρίς να γίνεται μελοδραματικός και παρωχημένος. Και σίγουρα νιώθει πολύ καλά όταν κοιτά τον καθρέφτη του. Κι ας λέει:
Έχω μπροστά μου συνεχώς ένα καθρέφτη
Που μ’ εμποδίζει ότι είναι πίσω του να δω
Δεν έχω δει ποτέ μου πιο μεγάλο ψεύτη
Και-το χειρότερο-είναι όμοιος εγώ
Από τον Γιάννη Κουκουλά
Πηγή: www.galera.gr