Αφιέρωμα στον Μάνο Ζαχαρία

{mosimage}Μία ρετροσπεκτίβα στο έργο του Μάνου Ζαχαρία παρουσιάζει το 49ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, που θα πραγματοποιηθεί από τις 14 έως τις 23 Νοεμβρίου.Πρόκειται για ένα πλήρες και αναδρομικό κινηματογραφικό αφιέρωμα στο έργο ενός ανθρώπου της διανόησης, ενός αγωνιστή και ιδεολόγου δημιουργού.



Ο Μάνος Ζαχαρίας  γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε χημεία, με σκοπό να συνεχίσει την οικογενειακή παράδοση στην οινολογία.  Ταυτόχρονα όμως σπούδασε θέατρο στη σχολή Ρώτα- Σαραντίδη, ακολουθώντας την κλίση του. Συμμετείχε στο φοιτητικό Κίνημα της Εθνικής Αντίστασης και στα Δεκεμβριανά υπήρξε επικεφαλής του φοιτητικού λόχου «Λόρδος Βύρων».
Το 1945, χάρη στην περίφημη υποτροφία Μερλιέ που έστειλε στο Παρίσι νέους Έλληνες καλλιτέχνες και διανοούμενους, επιβιβάστηκε στο θρυλικό Ματαρόα και βρέθηκε στη Γαλλία για να σπουδάσει θέατρο. Ο Ζαχαρίας όμως, αποφασισμένος να γίνει κινηματογραφιστής, γράφτηκε στην IDHEC (Institut des Hautes Etudes Cinematographiques) και παράλληλα παρακολούθησε Ιστορία της Τέχνης στη Σορβόννη.


Με την ολοκλήρωση των σπουδών του, ξέσπασε ο Εμφύλιος και επέστρεψε  στην Ελλάδα όπου οργάνωσε μαζί με τον Γιώργο Σεβαστίκογλου και τον Απόστολο Μουσούρη το κινηματογραφικό συνεργείο του Δημοκρατικού στρατού.
Εκτός από επίκαιρα, ο Ζαχαρίας γύρισε μαζί με τον Σεβαστίκογλου το 1949 και την πρώτη του ταινία, με τίτλο «Η αλήθεια για τα παιδιά της Ελλάδας», που είναι και η μοναδική επί ελληνικού εδάφους. Μία ταινία βαθιά πολιτική, που υπογραμμίζει τον κοινωνικό προβληματισμό του δημιουργού της, γυρισμένη στο Γράμμο- Βίτσι και στις Λαϊκές Δημοκρατίες της Ουγγαρίας και της Τσεχοσλοβακίας και αποτελεί ουσιαστικά μια απάντηση στην προπαγάνδα για το λεγόμενο «παιδομάζωμα».
Μετά το Γράμμο, τον Οκτώβριο του 1949 ο Μάνος Ζαχαρίας βρέθηκε στην Τασκένδη όπου σπούδασε στο Κρατικό Ινστιτούτο Θεάτρου. Το όνειρό του όμως παρέμεινε ο κινηματογράφος. Πήρε μέρος σε έναν πανσοβιετικό διαγωνισμό για σπουδές κινηματογράφου, προκρίθηκε ως ο μοναδικός μη σοβιετικός πολίτης και κατέληξε στη Μόσχα και στη Μέκκα του σοβιετικού σινεμά, τη Μοσφίλμ. Καθηγητές του, ορισμένοι από τους κορυφαίους της κλασικής σοβιετικής κινηματογραφίας, ο Μιχαήλ Ρομ, ο Αλεξάντερ Ντοβζένκο, ο Σεργκέι Γιουτκέβιτς. Μετά την ολοκλήρωση της σχολής, έμεινε στα στούντιο της Μοσφίλμ, γύρισε 10 ταινίες, ενώ από το 1971 έως το 1979, οπότε και επέστρεψε στην Ελλάδα, είχε αναλάβει και την καλλιτεχνική διεύθυνση του Tρίτου στούντιο.


Η αναδημιουργία της πατρίδας στη μεγάλη οθόνη, η μνήμη, η νοσταλγία, αλλά και η αγωνία για τις ιστορικές εξελίξεις, ακολούθησαν τα κινηματογραφικά του βήματα- τα οποία ξεκίνησαν στη Μοσφίλμ το 1959 με την μικρού μήκους ανθρωποκεντρική ταινία του «Πρωινό δρομολόγιο» που βασίζεται στο διήγημα του Μενέλαου Λουντέμη.
Ένα χρόνο αργότερα, ο Ζαχαρίας μεταμόρφωσε το λιμανάκι της Κριμαίας σε ελληνικό νησί και έδωσε στη Μαύρη θάλασσα φως Αιγαίου με τους «Σφουγγαράδες», μια ελεύθερη διασκευή από το διήγημα του Ν. Κάσδαγλη «Ο Μηχανικός». Η ταινία έκοψε 18 εκατομμύρια εισιτήρια στην  πρώτη της προβολή, μόνο στις μεγάλες πόλεις.
Τα μαθήματα του Ντοβζένκο για την μεταφορά λογοτεχνικών έργων στην μεγάλη οθόνη, βρήκαν για ακόμη μια φορά εφαρμογή στην κινηματογραφική πορεία του Μάνου Ζαχαρία το 1962 με την ταινία «Νυχτερινός Επιβάτης», που βασίστηκε σε διήγημα του Μωρίς Πονς. Ο ίδιος ο Ζαχαρίας πρωταγωνιστεί στον ρόλο ενός Αλγερινού που προσπαθεί να φύγει παράνομα από το Παρίσι προς τον Νότο. Μέσα από την διαπροσωπική σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στον παράνομο αλγερινό και τον οδηγό που τον φυγαδεύει, ο σκηνοθέτης σχολιάζει μια από τις πιο ταραγμένες περιόδους της σύγχρονης γαλλικής ιστορίας.
Ο Μάνος Ζαχαρίας συνέχισε να καταγγέλλει την ποδηγέτηση των ιδεών, την καταπίεση, την ανελευθερία, είτε πρόκειται για τον πόλεμο της Αλγερίας, είτε για τον Ισπανικό Εμφύλιο, είτε για τα δραματικά ιστορικά γεγονότα στην Ελλάδα, πάντα με άξονα τον άνθρωπο. Κι από τον πόλεμο της Αλγερίας, το 1963, ο Ζαχαρίας επέστρεψε σε θέμα ελληνικό και στην γερμανοκρατούμενη Κρήτη, με την μεγάλου μήκους ταινία του «Τέλος και Αρχή ή Το σταυροδρόμι». Συνεργάστηκε γι’ ακόμη μια φορά με τον Σεβαστίκογλου, σε μια ιστορία που διαδραματίζεται με φόντο την Κρήτη μετά την απόβαση των Γερμανών και πρωταγωνιστές μια ετερόκλητη ομάδα ανθρώπων που παλεύουν για επιβίωση.


Το 1966 γύρισε το φιλμ «Είμαι φαντάρος, Μητέρα», την πρώτη από τις δυο ταινίες του με θέμα σοβιετικό. Η ταινία παρακολουθεί τους πρώτους μήνες της στρατιωτικής θητείας νέων παιδιών και την αναγκαστική μετάβασή τους σε έναν κόσμο υπακοής και συμμόρφωσης, συμπόνιας και συνενοχής.


Το 1968 ο Μάνος Ζαχαρίας βασίστηκε σε μια ιδέα του Σεβαστίκογλου και  έγραψε μια από τις καλύτερες κινηματογραφικές του στιγμές, με την ταινία «Ένας από το εκτελεστικό απόσπασμα». Ο σκηνοθέτης παρακολουθεί τα δραματικά ιστορικά γεγονότα που εξελίσσονται στην Ελλάδα μετά το πραξικόπημα της Χούντας και αφηγείται την ιστορία ενός φαντάρου που αρνείται να μετάσχει σε ένα εκτελεστικό απόσπασμα. Το ευρηματικό σεναριακό κλειδί που ξεδιπλώνει τα ηθικά διλήμματα των ηρώων και το νόημα των πράξεων και των μη πράξεών τους, προκύπτει απ’ την αντίστιξη των χαρακτήρων: του αντιρρησία, με έναν απ’ τους στρατιώτες που πυροβόλησαν και την εσωτερική πάλη που βιώνει ο δεύτερος μετά την εκτέλεση.


Το 1970 ο Ζαχαρίας σκηνοθέτησε τα πέντε από τα εφτά επεισόδια της σπονδυλωτής ταινίας «Η πόλη της πρώτης αγάπης»  (τα άλλα δυο, γυρίστηκαν από τον Μπορίς Γιάσιν). Η ταινία εξιστορεί ιστορίες αγάπης που διαδραματίζονται σε διαφορετικές εποχές στο Στάλινγκραντ, από το 1919, τότε που ονομαζόταν ακόμα Τσαρίτσιν, έως το 1970, όταν γυρίστηκε η ταινία.
Δυο χρόνια αργότερα, μεσούσης της δικτατορίας στην Ελλάδα, ο Μάνος Ζαχαρίας γύρισε στη Μοσφίλμ την ταινία «Γωνία Αρμπάτ και Μπουμπουλίνας». Ο δημιουργός ακολουθεί την ζωή του ήρωά του, ενός Έλληνα σκηνοθέτη στη Μόσχα , μια ζωή άρρηκτα δεμένη με την σύγχρονη ελληνική ιστορία, την κατοχή και την αντίσταση, από τα δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια έως την δικτατορία των Συνταγματαρχών. 

Η κινηματογραφική πορεία του συνεχίστηκε το 1974 με την μικρού μήκους ταινία «Ποιος φταίει;», που γυρίστηκε ύστερα από παραγγελία της Τροχαίας της Μόσχας και ολοκληρώθηκε το 1977 με την μεγάλου μήκους «Ψευδώνυμο Λούκατς», που διηγείται τους τελευταίους μήνες της ζωής του Ούγγρου συγγραφέα Μάτε Ζάλκα, πολιτικού εξόριστου στη Σοβιετική Ένωση,  ο οποίος πολέμησε στην Ισπανία το 1936 με το ψευδώνυμο Λούκατς.
Ο Μάνος Ζαχαρίας ξεχώρισε και για τις διοικητικές του ικανότητες. Ξεκίνησε αρχικά ως βοηθός του Μιχαήλ Ρομ και μετά το θάνατο του δασκάλου του τον διαδέχθηκε στην καλλιτεχνική διεύθυνση του Tρίτου στούντιο της Μοσφίλμ.  Το 1979 ο Ζαχαρίας επέστρεψε στην Ελλάδα και το 1982, ύστερα από πρόταση της Μελίνας Μερκούρη, ανέλαβε να αναμορφώσει το πλαίσιο λειτουργίας του ελληνικού κινηματογράφου. Από το 1982 και για τα επόμενα εφτά χρόνια διατέλεσε Σύμβουλος Κινηματογραφίας του υπουργείου Πολιτισμού και από το 1987 Πρόεδρος του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου. To 1994 ανέλαβε επικεφαλής του γραφείου παρακολούθησης Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων της ΕΡΤ Α.Ε., ενώ τα τελευταία χρόνια είναι σύμβουλος του Προέδρου της ΕΡΤ σε θέματα κινηματογραφίας.

Το 49ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης θα προβάλει το σύνολο του έργου του Μάνου Ζαχαρία- συνολικά θα προβληθούν έντεκα ταινίες, επτά μεγάλου μήκους και τέσσερις μικρού μήκους.
Το αφιέρωμα συνοδεύεται από δίγλωσση ειδική έκδοση, την οποία επιμελείται ο Γιώργος Μπράμος.

Ευγενία Χατζηνικολαίδου

Off Canvas sidebar is empty