Στην «Αμπελόεσσα γη» μας ταξίδεψε ο Δημήτρης Ταλιάνης με τη φωτογραφική του δουλειά που εκτέθηκε στην Αθήνα στην γκαλερί του πολυχώρου Black Duck τον Μάρτιο του 2012 και θα συνεχίσει να εκτίθεται για το επόμενο διάστημα σε διάφορα μέρη (Σαντορίνη, Αμοργό, Θεσσαλονίκη, Πάτρα). Κυνηγώντας το φως, την ώρα και τις καιρικές συνθήκες ο Δημήτρης Ταλιάνης εκτελεί βήμα βήμα όλη την τελετουργία που προϋποθέτει η παραδοσιακή φωτογραφία.
Η δουλειά του γεμάτη εσωτερικό παλμό καταγράφει μια πραγματικότητα πιο «πραγματική» από αυτήν που βλέπουμε με γυμνό οφθαλμό. Έχοντας στο ενεργητικό του σαράντα ατομικά φωτογραφικά άλμπουμ γίνεται ο ίδιος μελετητής του θέματος που κάθε φορά φωτογραφίζει, το παρακολουθεί επί καιρό σε όλες τις φάσεις ανάπτυξης του ή μαθαίνει γι’ αυτό λεπτομέρειες που είναι κρυμμένες πίσω από την κουρτίνα.
Συναντήσεις, μετακινήσεις, συνομιλίες, εγρήγορση… Πρόκειται για μια διαδρομή μοναχική που ωστόσο επιφυλάσσει συγκινήσεις τόσο για τον ίδιο όσο και για τον τελικό αποδέκτη της δουλειάς του στην οποία αποκρυσταλλώνεται όλο αυτό.
Καθόμαστε στο μακρόστενο ξύλινο τραπέζι στο κέντρο της αίθουσας που κρύβεται κάτω από την κύρια αίθουσα του εστιατορίου Black Duck. Θα μπορούσε εκεί να υπάρχει ένα κελάρι, ωστόσο υπάρχει ένας εντυπωσιακός εκθεσιακός χώρος. Αντί για βαρέλια με κρασί έχουν τοποθετηθεί γύρω μας μια σειρά από εικόνες που μας φέρνουν κοντά στον τόπο παραγωγής του κρασιού, το αμπέλι.
Οι φωτογραφίες του Δημήτρη Ταλιάνη θυμίζουν παράθυρα παραταγμένα στον τοίχο. Όλες οι εποχές, όλες οι όψεις και τα χρώματα του αμπελιού, από το βαθύ καφέ μέχρι το κίτρινο και το κόκκινο… Σταφύλια από διάφορες περιοχές της Ελλάδας, τόσο ζωντανά που σε προκαλούν να τα ακουμπήσεις και αμπέλια άλλοτε άγουρα κι άλλοτε σε καρποφορία.
Δημήτρη ποιά διαδρομή ακολουθείς από τη σύλληψη της ιδέας μέχρι τη φωτογραφία;
Από που να ξεκινήσω; Φωτογραφίζοντας έναν τόπο, για παράδειγμα, χρειάζεται να πας και να ξαναπάς, να περπατήσεις, να αφουγκραστείς, να μυρίσεις, να μιλήσεις με κόσμο και, εν κατακλείδι, να καταφέρεις να «συνομιλήσεις» με τον τόπο. Από κει και μετά τα πράγματα γίνονται πιο εύκολα. Ας δούμε πόσο σοφά προσδιορίζει το τοπίο ο Οδυσσέας Ελύτης: «Ένα τοπίο δεν είναι, όπως το αντιλαμβάνονται μερικοί, κάποιο απλώς σύνολο γης, φυτών και υδάτων. Είναι η προβολή της ψυχής ενός λαού επάνω στην ύλη».
Τι πρέπει να προσέξει ένας φωτογράφος πριν δοκιμάσει να φωτογραφίσει;
Πρώτα από όλα το φως. Φυσικό ή τεχνητό, το φως είναι το πιο σημαντικό στη φωτογραφία. Μετά να μπορεί να «δει» κανείς το θέμα. Χρειάζεται μεγάλη υπομονή, προσοχή, ίσως και αντοχή κάποιες φορές για ένα καλό αποτέλεσμα. Προϋποτίθεται, φυσικά, μια αξιόπιστη και αξιόμαχη φωτογραφική μηχανή με τον εξοπλισμό της.
Πως ξεκίνησες τις εκδόσεις ΤΟΠΙΟ;
Οι εκδόσεις ΤΟΠΙΟ ξεκίνησαν το 1987 και καθιέρωσαν τη συστηματική και διαρκή παρουσία του φωτογραφικού λευκώματος στον εκδοτικό χώρο.
Υπήρξε κάτι που στάθηκε αφορμή να κάνεις αυτό το βήμα προς τον εκδοτικό χώρο;
Τον Ιανουάριο του 1987 μια έκθεση φωτογραφίας στην Ελληνοαμερικανική Ένωση και μια παράλληλη προβολή Ηχοράματος με θέμα τους Προσανατολισμούς του Οδυσσέα Ελύτη έγιναν αφορμή να φτάσουν οι φωτογραφίες στον ίδιο τον Οδυσσέα Ελύτη, ο οποίος παρότρυνε να τυπωθεί σε βιβλίο αυτή η δουλειά, όπως και έγινε με τη βοήθεια του. Έτσι ξεκίνησαν οι Εκδόσεις Τοπίο.
Πες μου λίγα λόγια για το πρώτο σου φωτογραφικό λεύκωμα.
Οι «Προσανατολισμοί στο Αιγαίο» ήταν το πρώτο λεύκωμα, με ποίηση Οδυσσέα Ελύτη και υπότιτλο «Φωτογραφική Ποιητική».
Τι σημαίνει Φωτογραφική Ποιητική για σένα;
Ας πάρουμε ως παράδειγμα την προαναφερθείσα δουλειά. Εκεί οι φωτογραφίες δεν επεδίωκαν να προσδιορίσουν το στίχο αλλά, με αφορμή αυτόν, έκαναν το δικό τους σχόλιο ή προέκταση, με τρόπο επίσης ποιητικό. Αυτή είναι η φωτογραφική ποιητική: να αποδίδεις την αίσθηση και όχι τη ρεαλιστική πλευρά του φωτογραφιζόμενου θέματος. Ο Ελύτης, ας πούμε. εκνευριζόταν όταν τον χαρακτήριζαν ποιητή του Αιγαίου, διότι έκανε βέβαια αναφορές σε μέρη, όχι όμως για να υμνήσει τα μέρη αυτά καθαυτά, αλλά για να υφάνει τον καμβά πάνω στον οποίο θα μιλήσει.
Με ποιο τρόπο λοιπόν κοιτάς το τοπίο όταν δουλεύεις σύμφωνα με αυτό που υπαγορεύει η φωτογραφική ποιητική;
Η πρόθεση μου δεν είναι να εξεικονίσω το τοπίο αλλά να μιλήσω μέσω αυτού.
Ποια άλλα λευκώματα θεωρείς σταθμούς στην πορεία σου ως φωτογράφου;
Το «Σκουριά και αρμύρα» που είναι στο ίδιο ύφος ή ένα βήμα ακόμη πιο μπροστά με ποίηση Γιώργου Σεφέρη, που είχα την τύχη να το σχεδιάσει ο κορυφαίος Έλληνας Σκηνογράφος Βασίλης Φωτόπουλος.
Τι ανακάλυψες στη μακρόχρονη θητεία σου στη φωτογραφία που σε ξάφνιασε, σε απασχόλησε, σε βοήθησε να εμβαθύνεις;
Την ώρα της φωτογράφησης δεν προλαβαίνεις να προχωρήσεις σε δεύτερη σκέψη, να εμβαθύνεις. Την ώρα αυτή είναι όλα γύρω από το φωτογράφο τόσο ρευστά, τα σκεπάζει η αγωνία για το επιθυμητό αποτέλεσμα. Μετά όμως όταν βλέπεις το υλικό για να επιλέξεις ή να επεξεργαστείς φωτογραφίες, ε, τότε είναι φορές που σε ξαφνιάζουν διάφορα πράγματα, μικρά ή μεγάλα… να έχουν μπει στο πλάνο πράγματα που δεν είδε ο φωτογράφος, την στιγμή της λήψης ή να φαίνεται μια φωτογραφία τόσο απλή και εύκολη για τον αποδέκτη έστω κι αν ο φωτογράφος μπορεί να δούλευε για παράδειγμα δίπλα σε υψικάμινο με 1600 βαθμούς Κελσίου.
Ο φωτογραφικός φακός βλέπει όπως το ανθρώπινο μάτι;
Ο φωτογραφικός φακός όσο αξιόπιστος κι αν είναι θα παραμένει ένας φακός, άντε ένας καλός φακός. Το ανθρώπινο μάτι από την άλλη παραμένει ένα αριστουργηματικής κατασκευής όργανο, που κατά την γνώμη μου, αγγίζει την τελειότητα και συντελεί αποφασιστικά στην αίσθηση της όρασης. Ο φακός, ο κάθε φακός μόνο κάποια απλά στοιχεία του οφθαλμού να μιμείται μπορεί.
Πιστεύεις ότι η φωτογραφία μπορεί να διδαχτεί ή όχι;
Φυσικά μπορεί να διδαχτεί και πρέπει. Όσο περισσότερα εφόδια, όσο περισσότερες γνώσεις έχει κάποιος έστω κι αν δεν χρειάζονται, έστω κι αν ο ίδιος θελήσει να τις απορρίψει, αξίζει και ο χρόνος και ο κόπος, αξίζει το ταξίδι...
Τι πράγματα επιλέγεις να κάνεις σε τεχνικό επίπεδο διαφορετικά από ότι συνηθίζεται;
Τίποτα το ιδιαίτερο, παρά μόνο το αυτονόητο: να πλησιάσω με τον πλέον φυσικό τρόπο το θέμα που φωτογραφίζω.
Που έχεις ταξιδέψει και ποιούς γνώρισες χάρη στην ενασχόληση σου με τη φωτογραφία;
Όπου μπορείς να σκεφτείς μέσα στην Ελλάδα πάντα και στην Κύπρο. Κι από κόσμο δεν έχει τελειωμό ο κατάλογος...
Πως ξεκίνησε η σχέση σου με τη φωτογραφία;
Μάλλον από σύμπτωση, όταν βρέθηκα με μια καλή μηχανή στο χέρι κι αυτό από δώρο ευγενούς φίλου. Άρχισα λοιπόν τότε δειλά δειλά να φωτογραφίζω ταξιδιωτικά θέματα με θετικό φιλμ (slide) και να εντυπωσιάζομαι, όπως ο κάθε αρχάριος, με το θράσος του άσχετου...
Υπάρχουν άλλες τέχνες που ξεχωρίζεις ή και φλερτάρεις μαζί τους δημιουργικά;
Μία σχέση που κρύβεται μέσα μου είναι η σχέση μου με τη μουσική, έχω ακούσει, μελετήσει και σπουδάσει μουσική και είναι κάτι που δεν το χόρτασα ακόμη.
Η εσωτερική σου σχέση με τη μουσική σε εμπνέει και στη φωτογραφία;
Σίγουρα, ειδικά σε δουλειές όπως το «Σκουριά και Αρμύρα» όπου προϋπήρχε η μουσική της Ελένης Καραΐνδρου στα αυτιά μου για τρία χρόνια και μετά προέκυψε ένα Ηχόραμα με δικές μου φωτογραφίες και δικιά της μουσική που προβλήθηκε στο Ηρώδειο το Μάιο του 1989, και ακολούθησαν άλλες τριακόσιες προβολές σε Ελλάδα Εξωτερικό.
Καινούργιοι επισκέπτες μπαίνουν στον εκθεσιακό χώρο και μας διακόπτουν. Ο Δημήτρης Ταλιάνης τους υποδέχεται με εφηβικό κέφι. Τους εξηγεί πού και πώς απαθανατίστηκε η κάθε εικόνα, πόσον καιρό περίμενε για τις κατάλληλες φωτιστικές συνθήκες ή για να ωριμάσει το ζωντανό του θέμα. Μιλάει για τους φακούς, το ταξίδι, τους ανθρώπους που συνάντησε και εκείνοι μαγνητισμένοι από την καθαρότητα του ρεαλισμού στη δουλειά του, θυμούνται τα δικά τους ταξίδια στους ίδιους τόπους, βρίσκουν κοινά σημεία αναφοράς κι αφήνουν το βλέμμα τους να περιπλανηθεί στις λεπτομέρειες με ήρεμη απουσία κάθε βιασύνης.
Πληροφορίες για τις επόμενες εκθέσεις του Δημήτρη Ταλιάνη
www.topio.gr
O Δημήτρης Tαλιάνης παρουσίασε το 1987 στην Aθήνα το πρώτο του λεύκωμα με τίτλο Προσανατολισμοί στο Aιγαίο σε ποίηση Oδυσσέα Eλύτη και λίγο αργότερα το Σκουριά κι αρμύρα σε ποίηση Γιώργου Σεφέρη. Aκολούθησαν περισσότερα από σαράντα φωτογρα-φικά λευκώματα με πρόσφατα τα Επαγγέλματα που άντεξαν στο χρόνο και Πάσχα στην Κέρκυρα (Eκδόσεις Tοπίο).
Oι φωτογραφίες του έχουν κατά καιρούς φιλοξενηθεί σε ατομικές εκθέσεις: Δημήτρια, Πρέσπια, Τεχνόπολις, Mουσείο Kυκλαδικής Tέχνης, Mουσείο Aπολιθωμένου Δάσους Λέσβου, Mουσείο Φυσικής Iστορίας Kρήτης, Kτήριο Σπίρερ Bόλου, Γαλλικό Iνστιτούτο Kέρκυρας, Ελληνοαμερικανική Ένωση, Γκαλερί: Aργώ, “3” Flocart και Black Duck στην Aθήνα, Iανός και Mύλος στη Θεσσαλονίκη, Aργώ στη Λευκωσία.
Ακόμη έχουν γίνει περισσότερες από τριακόσιες προβολές ηχοραμάτων (συνδυασμός φωτογραφίας με μουσική και λόγο) στην Eλλάδα: Θέατρο Hρώδου του Aττικού, Mέγαρο Mουσικής Aθηνών, Bυζαντινό Mουσείο, Παλιά Bουλή, αλλά και στο εξωτερικό: Unesco στο Παρίσι, Kαθεδρικός Nαός Aγίας Tριάδος στη Nέα Yόρκη, Iνστιτούτο Dei Ciechi στο Mιλάνο, Ξενοδοχείο Regent Esplanade στο Ζάγκρεμπ, Πανεπιστήμια Γενεύης, Πέρθ και Harvard (έδρα Γ. Σεφέρη) στη Bοστώνη.